Δεν είναι χαζός ή έξυπνος ο Καρατζαφέρης – είναι καπάτσος. Είναι το πολιτικό αντίστοιχο ενός χασάπη που σε κλέβει στο ζύγι αλλά προσέχει τους τύπους και δεν αφήνει ξεδιάντροπες αποδείξεις.
Όταν λέει (ξώφαλτσα) να παντρεύονται οι ομοφυλόφιλοι, θα χάσει κάποιους παραδοσιακούς πελάτες (και να μην ξεχνάμε, πού αλλού θα πάνε;) ενώ είναι σίγουρος ότι κανείς πλέον δεν θα τολμήσει να τον πει φαλλοκράτη και τα τοιαύτα. Ότι ‘κλέβει στο ζύγι’.
Και φυσικά, είναι απλή καπατσοσύνη το ότι κατεβαίνει στη Θεσσαλονίκη - δεν είναι πολιτική σοφία. Για χρόνια είναι κοινό μυστικό ότι η Θεσσαλονίκη έπαψε να είναι η φτωχομάνα και κατάντησε μια νεοελληνική φωλιά του φιδιού.
- Οι πολίτες της έβγαζαν Παπαθεμελή από τη μεριά της ΝΔ και Ψωμιάδη από τη μεριά του ΠΑΣΟΚ – οι πιο ακροδεξιοί, ανεξαρτήτως κόμματος, της ελληνικής Βουλής!
- Είναι η μόνη πόλη όπου τα τελευταία χρόνια κάηκε βιβλίο (του Μ. Ανδρουλάκη στην Αριστοτέλους, με το νυν Νομάρχη μπροστά) και η μόνη πόλη όπου απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του συγκεκριμένου βιβλίου.
- Οι επιθέσεις σε οδηγούς αυτοκινήτων με αθηναϊκές πινακίδες είναι σχεδόν... κεκτημένο δικαίωμα.
- Οι πολίτες της στόλισαν με χειροκροτήματα, έξω από τα δικαστήρια, αστυνομικό που σκότωσε ένα Ρωσοπόντιο (στην καλύτερη περίπτωση κατά λάθος).
- Από εδώ ξεκινάει ο γνωστός θόρυβος που καταλήγει στην απαγόρευση να κρατήσει Αλβανός μαθητής την ελληνική σημαία (η Επανομή απέχει 20 λεπτά από το κέντρο της).
- Τελευταία, ο Άνθιμος έγινε Μητροπολίτης της.
Το παζλ συμπληρώνεται χωρίς να αφήνει αμφιβολίες για την τελική εικόνα, έχουν παύσει εδώ και καιρό να είναι ‘μεμονωμένα γεγονότα’ παρά συνθέτουν πλέον μια στάση. Ο Καρατζαφέρης τα ξέρει όλα αυτά, και σαν μπαγάσας χασάπης θα πουλήσει στην κατάλληλη γειτονιά το προϊόν του για ν’ ακουστεί σε όλη την Ελλάδα.
Ρίχνω το φταίξιμο στους συμπολίτες μου. Στις τελευταίες δημοτικές εκλογές έριξα άκυρο. «ΟΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ – ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΠΟΙΟΝ ΝΑ ΠΡΩΤΟΑΠΟΦΥΓΩ» έγραψα στο ψηφοδέλτιο.
Τώρα, τα πράγματα είναι χειρότερα. Ο Παπαγεωργόπουλος αναγκαστικά θα συναγωνιστεί σε συντηρητισμό τον αντίπαλό του. Και η πολιτική μας κουλτούρα θα κατακτήσει νέα – αρνητικά - όρια. Παραφράζοντας το Μάνο Χατζιδάκι: Όταν συνηθίζεις στη θέα του τέρατος, σημαίνει ότι έχεις δει απόψεις του σε επίσημα πρόσωπα και θεσμούς.
Φεβρουαρίου 20, 2006
Φεβρουαρίου 11, 2006
Πέντε λεπτά διασημότητας
«Κάνει ρεύμα στον κώλο μου» είπε ο άντρας. Το δωμάτιό του ήταν δεκαεπτά τετραγωνικά μέτρα, με ένα κρεβάτι να πιάνει τον μεγαλύτερο χώρο. «Όταν κάποιος κοιμάται σε ένα κρεβάτι KING-SIZE ζει σα βασιλιάς το ένα τρίτο της ζωής του» ήταν μια από τις πιο συνηθισμένες (και πιο εκλεπτυσμένες) δηλώσεις του. Ένας σάκος-σαμάρι βρισκόταν δίπλα στο κρεβάτι. Τα υπόλοιπα αντικείμενα ήταν τυπικά ενός φοιτητικού δωματίου: Ένα γραφείο με έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα τηλέφωνο, κάμποσα δένδρα που θα μεγάλωναν μικραίνοντας, μια βιβλιοθήκη. «Πικάσο», «Φαλλική Λατρεία», Tom Robbins, βιβλία της Τρίτης Γυμνασίου. Χαρτί που χρειάστηκε πολλά επίδοξα μπονσάι για να κατασκευαστεί. Υπήρχε ακόμα μια σιδερένια θερμάστρα από τις αρχές του αιώνα, μια οβίδα κανονιού που είχε επισμαλτωθεί και τώρα χρησίμευε για βάζο. («Κάποτε βόμβα, τώρα γεμάτη λουλούδια· μπορείς να βρεις καλύτερο συμβολισμό;» ήταν άλλη μια από τις προσφιλείς του δηλώσεις.) Και ένας ανεμιστήρας: ο λόγος που φυσούσε.
«Ε, κλείστο» θα έπρεπε να πει η φίλη του που προσπαθούσε να κοιμηθεί δίπλα του. Αλλά δεν είπε τίποτα. «Να μια θαυμάσια αρχή για ένα βιβλίο», συνέχισε αυτός μόνος του. «Κάνει ρεύμα στον κώλο μου».
«Εγώ θα προτιμούσα να υπάρχει μόνο αυτή τη φράση και μετά η περιγραφή του δωματίου» σχολίασε τότε η φίλη του. Ίσως είχε δίκιο. Το επόμενο πρωί άνοιξε τον υπολογιστή και έγραψε το κείμενο που του συνέστησε. Αγαπητέ αναγνώστη, σ’ αυτό το σημείο το παρελθόν συναντά το παρόν και αυτό που έμοιαζε μυθοπλασία συναντά την πραγματικότητα. Από δω και πέρα ο συγγραφέας δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αναπαράγει την πράξη του γραψίματος (διάστημα, το πλήκτρο Τ, το πλήκτρο Ο). Κάτι σαν Big Brother του γραψίματος. Το να περιγράφεις κάτι ασήμαντο και τετριμμένο έχει νόημα, εάν σε βοηθήσει να το αντιληφθείς ως τέτοιο. Εάν κάποιος θέλει να πάει παραπέρα, είναι καταδικασμένος να ξεφύγει από το παρόν και το συγκεκριμένο – ίσως για να γράψει ένα βιβλίο. Αλλά εγώ ήθελα απλά να δώσω πέντε λεπτά διασημότητας στον κώλο μου.
«Κάνει ρεύμα στον κώλο μου» είπε ο άντρας. Το δωμάτιό του ήταν δεκαεπτά τετραγωνικά μέτρα, με ένα κρεβάτι να πιάνει τον μεγαλύτερο χώρο. «Όταν κάποιος κοιμάται σε ένα κρεβάτι KING-SIZE ζει σα βασιλιάς το ένα τρίτο της ζωής του» ήταν μια από τις πιο συνηθισμένες (και πιο εκλεπτυσμένες) δηλώσεις του. Ένας σάκος-σαμάρι βρισκόταν δίπλα στο κρεβάτι. Τα υπόλοιπα αντικείμενα ήταν τυπικά ενός φοιτητικού δωματίου: Ένα γραφείο με έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα τηλέφωνο, κάμποσα δένδρα που θα μεγάλωναν μικραίνοντας, μια βιβλιοθήκη. «Πικάσο», «Φαλλική Λατρεία», Tom Robbins, βιβλία της Τρίτης Γυμνασίου. Χαρτί που χρειάστηκε πολλά επίδοξα μπονσάι για να κατασκευαστεί. Υπήρχε ακόμα μια σιδερένια θερμάστρα από τις αρχές του αιώνα, μια οβίδα κανονιού που είχε επισμαλτωθεί και τώρα χρησίμευε για βάζο. («Κάποτε βόμβα, τώρα γεμάτη λουλούδια· μπορείς να βρεις καλύτερο συμβολισμό;» ήταν άλλη μια από τις προσφιλείς του δηλώσεις.) Και ένας ανεμιστήρας: ο λόγος που φυσούσε.
«Ε, κλείστο» θα έπρεπε να πει η φίλη του που προσπαθούσε να κοιμηθεί δίπλα του. Αλλά δεν είπε τίποτα. «Να μια θαυμάσια αρχή για ένα βιβλίο», συνέχισε αυτός μόνος του. «Κάνει ρεύμα στον κώλο μου».
«Εγώ θα προτιμούσα να υπάρχει μόνο αυτή τη φράση και μετά η περιγραφή του δωματίου» σχολίασε τότε η φίλη του. Ίσως είχε δίκιο. Το επόμενο πρωί άνοιξε τον υπολογιστή και έγραψε το κείμενο που του συνέστησε. Αγαπητέ αναγνώστη, σ’ αυτό το σημείο το παρελθόν συναντά το παρόν και αυτό που έμοιαζε μυθοπλασία συναντά την πραγματικότητα. Από δω και πέρα ο συγγραφέας δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αναπαράγει την πράξη του γραψίματος (διάστημα, το πλήκτρο Τ, το πλήκτρο Ο). Κάτι σαν Big Brother του γραψίματος. Το να περιγράφεις κάτι ασήμαντο και τετριμμένο έχει νόημα, εάν σε βοηθήσει να το αντιληφθείς ως τέτοιο. Εάν κάποιος θέλει να πάει παραπέρα, είναι καταδικασμένος να ξεφύγει από το παρόν και το συγκεκριμένο – ίσως για να γράψει ένα βιβλίο. Αλλά εγώ ήθελα απλά να δώσω πέντε λεπτά διασημότητας στον κώλο μου.
Φεβρουαρίου 03, 2006
Δύο στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας που βλέπω να επανα-εισάγονται από το εξωτερικό:
1. Το χτίσιμο με πέτρα: κάποτε όλα σπίτια στα χωριά ήταν πέτρινα. Με το μπετόν, οι παραδοσιακοί μάστορες λιγόστευαν και πλέον δεν υπάρχουν. Σήμερα, στους παραδοσιακούς οικισμούς χρησιμοποιούμε Αλβανούς χτίστες. Ακολουθούν κάποιες ιδιαιτερότητες του τόπου τους, αλλά είναι οι μόνοι πλέον που ξέρουν να χτίζουν με αυτήν την τεχνοτροπία.
2. Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος των ασπρόμαυρων ταινιών. Σήμερα, φυσικά, δεν υπάρχει. Τον ξαναγνωρίσαμε από τη τούρκικη σειρά Τα Σύνορα της Αγάπης. Λέει ένα άρθρο στο ΒΗΜΑ: «οι Τούρκοι με «Τα σύνορα της αγάπης» δεν ανακάλυψαν μια καινούργια, δημοφιλή τηλεοπτική γλώσσα. Μας ξαναθύμισαν όμως τη χαριτωμένη αφέλεια και αμεσότητα που είχε κάποτε ο ελληνικός κινηματογράφος. Που είχε κάποτε και η ελληνική τηλεόραση, και τις οποίες έχασε από τότε που υπερεκτίμησε τα προσόντα και τις δυνατότητές της.»
Σαν το παλιό καλό σινεμά... http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14540&m=A28&aa=2
Το γράφω, γιατί πρόκειται για τους πολιτισμικούς μας Άλλους: αυτούς που στη συνείδηση πολλών, αποτελούν απειλή για την καθαρότητα της φυλής μας και της κουλτούρας μας. Πόσο "Άλλοι" ε'ιναι αυτοί; Πάντα υπάρχει και η Άλλη πλευρά του εαυτού μας...
1. Το χτίσιμο με πέτρα: κάποτε όλα σπίτια στα χωριά ήταν πέτρινα. Με το μπετόν, οι παραδοσιακοί μάστορες λιγόστευαν και πλέον δεν υπάρχουν. Σήμερα, στους παραδοσιακούς οικισμούς χρησιμοποιούμε Αλβανούς χτίστες. Ακολουθούν κάποιες ιδιαιτερότητες του τόπου τους, αλλά είναι οι μόνοι πλέον που ξέρουν να χτίζουν με αυτήν την τεχνοτροπία.
2. Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος των ασπρόμαυρων ταινιών. Σήμερα, φυσικά, δεν υπάρχει. Τον ξαναγνωρίσαμε από τη τούρκικη σειρά Τα Σύνορα της Αγάπης. Λέει ένα άρθρο στο ΒΗΜΑ: «οι Τούρκοι με «Τα σύνορα της αγάπης» δεν ανακάλυψαν μια καινούργια, δημοφιλή τηλεοπτική γλώσσα. Μας ξαναθύμισαν όμως τη χαριτωμένη αφέλεια και αμεσότητα που είχε κάποτε ο ελληνικός κινηματογράφος. Που είχε κάποτε και η ελληνική τηλεόραση, και τις οποίες έχασε από τότε που υπερεκτίμησε τα προσόντα και τις δυνατότητές της.»
Σαν το παλιό καλό σινεμά... http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14540&m=A28&aa=2
Το γράφω, γιατί πρόκειται για τους πολιτισμικούς μας Άλλους: αυτούς που στη συνείδηση πολλών, αποτελούν απειλή για την καθαρότητα της φυλής μας και της κουλτούρας μας. Πόσο "Άλλοι" ε'ιναι αυτοί; Πάντα υπάρχει και η Άλλη πλευρά του εαυτού μας...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)