Δεκεμβρίου 16, 2007

Η πύλη-αιδοίο

Πριν μερικά χρόνια, σε μια τουριστική διαδρομή στο εξωτερικό έμεινα άναυδος μπροστά σε μια εκκλησία. Η πύλη της μου θύμιζε ξεκάθαρα αιδοίο. Οι πτυχώσεις έμοιαζαν με χείλη, εξωτερικά και εσωτερικά, που οδηγούσαν στην σκοτεινή είσοδο στο βάθος.

Σκέφτηκα ότι έχει τη λογική του: η εκκλησία είναι το υπέρτατο μέρος ηρεμίας και ασφάλειας από τον εξωτερικό κόσμο - και τι μπορεί να παραπέμπει περισσότερο σε ηρεμία και ασφάλεια, παρά ο χρόνος πριν γεννηθούμε; Έτσι κι αλλιώς, χριστιανικά αυτό παραπέμπει στον χρόνο πριν φύγουμε από τον Παράδεισο. Επίσης, η εκκλησία μάς φέρνει σε επικοινωνία με τον Δημιουργό μας. Είναι λογικό να εισερχόμαστε σε μια «μήτρα» για να επικοινωνήσουμε μαζί του.

Έκτοτε θυμάμαι να φωτογραφίζω πύλες των καθολικών εκκλησιών. Ένα δείγμα από μερικές πόλεις:

Ομολογώ ότι έπαψαν να μου θυμίζουν αιδοίο – ή μάλλον η αναφορά παρέμεινε αλλά διανθισμένη. Οι δαντέλες και τα περίτεχνα σχέδια γύρω από την είσοδο, μου φέρνουν στο μυαλό ένα απόσπασμα από το 100 Χρόνια Μοναξιάς του Μαρκές. Περιέγραφε το νυχτικό μιας θρησκόληπτης που ετοίμαζε στο μοναστήρι για την έγγαμη ζωή της: ένα λευκό ράσο που την σκέπαζε από το λαιμό μέχρι τους αστράγαλους, ενώ στο μέρος του αιδοίου είχε μια οπή με περίτεχνες δαντέλες και σχέδια. Όταν το αντίκρισε ο άντρας της σχολίασε: «δεν έχω δει πιο πρόστυχο πράγμα στη ζωή μου». Μη σας προβληματίζει η κριτική του Μαρκές και φυσικά, δεν θέλω να πω ότι οι εκκλησίες είναι χυδαίες. Γεγονός παραμένει ότι η Καθολική εκκλησία, ή κάποιο μέρος της, με αυτόν τον τρόπο έβλεπε (ή μάλλον κάλυπτε) το αιδοίο. Δεν μου φαίνεται παράξενο να το μεταφέρει, μέσω μαρμάρων και δαντελωτών πτυχώσεων, σαν είσοδο στη «μήτρα του κόσμου». Το αντίθετο, μου φαίνεται πολύ πετυχημένο σαν ιδέα και εκτέλεση.

Κοιτάξτε την επόμενη φωτογραφία. Εάν δούμε την πύλη κατοπτρικά διπλασιασμένη, τα προσχήματα πέφτουν. Πιστεύετε ότι θα διέφερε πολύ το νυχτικό που περιγράφει ο Μαρκές από αυτή την εικόνα; Προσωπικά, θα ένιωθα μεγάλη ασφάλεια σαν πιστός περνώντας μια πύλη που μεταδίδει τέτοιους συνειρμούς.

Όλα αυτά δεν θα είχαν νόημα εάν πίσω της δεν βρισκόταν η «μήτρα του κόσμου». Κυριολεκτικά ο Οίκος του Δημιουργού – αλλά και συμβολικά, ένας καμπυλωτός χώρος, όπου όσο πιο βαθιά εισέρχεσαι, τόσο πιο ιερός γίνεται. Το βάθος του είναι τα άδυτα των αδύτων, το μέρος όπου εισέρχεται μόνο ο ιερέας.

Ο άνθρωπος βρίσκεται στη μήτρα αλλά όχι στο βάθος της. Κοιτάζει – επιτρέψτε μου την παρομοίωση – σαν σπερματοζωάριο την απόσταση που τον χωρίζει από τη μαγεία της ζωής (της δικής του ζωής – γιατί, γι’ αυτήν προσεύχεται). Αν καταφέρει και ‘ενωθεί’ με το θείο στο βάθος, θα αναγεννηθεί ο ίδιος. «Μπορώ να ξαναμπώ στην κοιλιά της μάνας μου;» ρώτησαν οι Απόστολοι. «Θα αναγεννηθείτε εκ των άνω» απάντησε ο Χριστός.

Τι διαφορά αλήθεια, από τις εισόδους των σπιτιών μας! Γιατί και τα σπίτια είναι κάστρα – μήτρες, αν θέλετε, όπου αισθανόμαστε ασφαλείς. Αλλά δεν έχουν καμιά μεταφυσική διάσταση. Έχουν τετράγωνες θύρες, σαν τη λογική αυτού του κόσμου.

Είναι σημαδιακό ότι τα σπίτια που έχουν κάποιες καμπύλες είναι συνήθως ευγενών – ακόμα και ζωγραφισμένες, σαν υπαινιγμός διαφορετικού γενεαλογικού δένδρου.

Τα τυπικά σπίτια των φτωχών με γωνίες, συγκεκριμενοποιημένα, χωρίς ίχνος μεταφυσικότητας. Η τυπική εργατική κατοικία. Αλλά πλούσιοι και φτωχοί, συναντιούνται στο στόλισμα με λουλούδια. Άρωμα, χρώμα και φως (του εδώ και τώρα, παροδικά). Ξεχνάς και θυμάσαι ταυτόχρονα.

Και όταν σκέφτομαι τη ανασφάλεια έξω από το σπίτι, περισσότερο θυμάμαι μια εικόνα από τη Βενετία.

Ένα βήμα από το τετράγωνο κατώφλι η άβυσσος, το άγνωστο. Μόνο ο Ιησούς περπατούσε στη θάλασσα.

Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε τάξη με γεωμετρικά σχήματα στα σπίτια μας, σαν να θέλουμε να υπνωτίσουμε το χάος.

Η πειθαρχεία της αρχιτεκτονικής: αν τα κυκλικά σχήματα παραπέμπουν στο θείο, ο τετραγωνισμός τους μοιάζει με επιθυμία να το αναπαράγουμε στα ανθρώπινα μέτρα. Κι από παλιά, ο τετραγωνισμός του κύκλου ήταν άλυτη εξίσωση.

Τελικά τι μένει;


Εξίσου θρησκευτικές εικόνες με τη Σταύρωση. Η Πύλη των Τιτάνων σε προσωπική κλίμακα. Αμέτρητες – βασιλικές και καθημερινές - τούβλινες Πιετά.

Γι’ αυτό και προτιμώ τα άλλα παράθυρα – τα στολισμένα με λουλούδια, κι ιδίως αυτά που μιλάνε για γιορτές, για φαγητό, για όνειρα του εδώ και τώρα, που παραπέμπουν σε συνέχεια.


Κάποια στιγμή επιστρέφω στη θρησκευτική ‘μήτρα του κόσμου’, στις εκκλησίες. Όχι σαν πιστός – αλλά πραγματικά μαγεμένος. Με συγκινεί να κοιτώ την επιθυμία του θείου στους άλλους, θαυμάζω την πίστη τους. Με μαγεύει η προσήλωσή τους, η αναζήτηση του Ανώτερου. Και θαυμάζω ό,τι κατασκεύασαν για να συμβολίσουν και να δώσουν έκφραση σ’ αυτήν την αναζήτηση – όπως τις πύλες-αιδοία έξω από τις εκκλησίες. Νιώθω, αν θέλετε, τους πιστούς περισσότερο ‘ανθρώπους’ από εμένα. Δεν μπορώ να ρίξω άγκυρα παρά μέσα μου.

Όντας άπιστος, νιώθω σαν ηδονοβλεψίας αυτής τους της πίστης. Και τους κοιτώ από το παράθυρο.


Μόνη φωτογραφία που δανείστηκα (κι επεξεργάστηκα) η Πύλη των Τιτάνων στις Μυκήνες από εδώ.

Νοεμβρίου 30, 2007

Και οι δημοσιογράφοι κλείνουν τους δρόμους: της ενημέρωσης!

Το ασφαλιστικό (που μισάνοιξε, χωρίς επίσημη κυβερνητική πρόταση) αγγίζει χιλιάδες εργαζόμενους και δεκάδες εργασιακές ομάδες. Για μέρες ακούγαμε μόνο για το ταμείο των δημοσιογράφων. Από τους δημοσιογράφους, φυσικά – αυτοί έθεταν τους εαυτούς τους σαν κύρια ατζέντα της ημέρας.

Μέχρι που άκουσα τον ανεκδιήγητο Πρετεντέρη να κάνει πρόταση ζωντανά: «Κάνουμε απεργία και τρίβει τα χέρια του ο Ρουσόπουλος που δεν υπάρχουν ειδήσεις. Να κάνουμε εμπάργκο στην κυβέρνηση, να μη μεταδίδουμε καμιά είδηση ή ανακοίνωση που κάνει. Τότε θα δούμε πόσο θα την τσούξει».

Ο Πρετεντέρης ζήτησε να καταλυθεί η δημοκρατία - το αντιλαμβανόμαστε αυτό; Ζήτησε να υπάρξει ανάκληση της διακίνησης ειδήσεων και ιδεών γιατί του ενοποιούν το ταμείο. Ζήτησε να καταργηθεί η πιο στοιχειώδης έννοια στη δημοσιογραφία, με πρωτεργάτες τους ίδιους τους δημοσιογράφους (υποτίθεται τους θεματοφύλακες της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της έκφρασης) σαν συντεχνιακό μοχλό πίεσης προς την κυβέρνηση.

Σαν να λένε οι δικαστικοί θα δικάζουμε, αλλά μέχρι να μας αυξήσετε τους μισθούς οι αποφάσεις μας σε προσφυγές π.χ. κατά του κράτους, θα είναι πάντα κατά του κράτους. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ μιας κανονικής απεργίας και κατάλυσης μιας δημοκρατικής αρχής.

Μουδιάζω με τα λόγια αυτά. Πέρα από το γιαούρτι που θέλω να του πετάξω στη μάπα, του μαλάκα, θυμάμαι και ΄μια παλιά φράση των αναρχικών: «Όταν το καρφί της εξαθλίωσης φτάσει στην καρδιά σου, ελπίζω να μην ψάχνεις να βρεις το εργοστάσιο που το κατασκεύασε».

Πρώτον, το καρφί της εξαθλίωσης έφτασε στην καρδιά μας, τρύπησε το μυαλό μας – διαφορετικά δεν θα ακούγονταν (θα ήταν αδιανόητο να ακούγονται) τέτοια πράγματα στην τηλεόραση. Ο (κάθε) Πρετεντέρης θα είχε πάει σπίτι του προ πολλού. Δεύτερον, εμείς το κατασκευάσαμε το καρφί της εξαθλίωσης. Λέει πάνω του: Made by Yannis, Made by Nikos, Made by Greeks.

Και μετά αγανακτούμε για τους αγρότες που κλείνουν την εθνική; Τη λεωφόρο των ειδήσεων όταν την κλείνουν, και όχι κακομαθημένοι αγρότες από χωριά αλλά απερίγραπτοι δημοσιογράφοι του Κολωνακίου, όταν η Τέταρτη Εξουσία καταντά Πρώτη Μοναρχία δεν μας πειράζει;

Το μονοθεματικό δελτίο ειδήσεων για τους εαυτούς τους το κατάπιαμε – την πρόταση να πάψουν να μεταδίδονται όλες οι ειδήσεις της κυβέρνησης για χάρη της συντεχνίας τους; Το κατάπιαμε κι αυτό. Θα μου πείτε, πως το ξέρω. Δεν είναι που δεν το διάβασα στις εφημερίδες – που γράφουν δημοσιογράφοι – αλλά δεν άκουσα τίποτα ούτε στις παρέες μου, ούτε στο χώρο εργασίας μου, ούτε κινήθηκε φύλλο στην ΕΣΗΕΑ ή το ΕΣΡ. Γιατί οποιοσδήποτε άλλος να τολμούσε να πει το ένα εκατοστό απ’ ότι είπε ο κάφρος (που ήταν και εξ απορρήτων του τέως πρωθυπουργού) θα είχε κινηθεί, και δίκαια, το Σύμπαν.

Με το ζόρι κρατιέμαι να μην πω περισσότερα γαλλικά.

Οκτωβρίου 08, 2007

Άθεοι Χριστόδουλοι

Έλαβα πρόσφατα δύο κείμενα για τον Αρχιεπίσκοπο από τον Γιώργο Νακρατζά (ανήκω στη mail list του). Στο πρώτο «Η Ασθένεια του Αρχιεπισκόπου» υποστηρίζει ότι ο Αρχιεπίσκοπος, μεταβαίνοντας στις ΗΠΑ, δείχνει να περιφρονεί τα θαύματα που συνιστά στους πιστούς - κανονικά θα έπρεπε ν’ αρκεστεί σε μια επίσκεψη στην Παναγία της Τήνου ή σε κάποια θαυματουργή εικόνα στο Άγιο Όρος.

Στο δεύτερο μήνυμα (επιστολή ανώνυμου αναγνώστη) παρατίθενται διάφορα εκκλησιαστικά κείμενα για το πως ο ιερέας πρέπει να υπομένει τον πόνο και να δέχεται το θάνατο, αλλά και ότι ένας Αρχιεπίσκοπος δεν έχει δικαίωμα στη δωρεά οργάνων:

«Είναι άραγε φυσικό ... ο κατ' εξοχήν αφιερωμένος δούλος του Θεού, να περιμένει και να υπολογίζει πότε θα πεθάνει κάποιος για να παρατείνει την δική του ζωή; Ο Θεός που τον εξέλεξε και τον απέστειλε δεν μπορεί να τον θεραπεύσει με τα μέσα που διαθέτει η Εκκλησία, ή έστω και με την επιστήμη ... αλλά περιμένει να σκοτώσει κάποιον άλλον για να προμηθεύσει στον κ. Χριστόδουλο καινούργιο συκώτι;»

Τον Αρχιεπίσκοπο τον θεωρώ πραγματικά επικίνδυνο για την Ελλάδα (ίσως το πιο επικίνδυνο άτομο τα τελευταία χρόνια). Και για την ασθένειά του είπα ότι λυπήθηκα για τον άνθρωπο, χάρηκα για την Ελλάδα.

Αναφορικά ειδικά με τη δωρεά οργάνων: δεν ξέρω εάν ο συγκεκριμένος (ανώνυμος) επιστολογράφος ή ο κος Νακρατζάς είναι δωρητές οργάνων. Εγώ όμως είμαι, όχι μόνο οργάνων αλλά ολοκλήρου του σώματος εδώ και 23 χρόνια. Κι αγανακτώ όταν κάποιος παίρνει αυτόκλητα την εξουσία να οριοθετήσει και να θέσει συντεταγμένες για ένα τόσο πανανθρώπινο θέμα. Δεν μπορεί να υποστηρίξει κάποιος - ούτε φιλοσοφικά! - εάν η ζωή κάποιου πρέπει να χαθεί, ούτε εάν μια ζωή που προσφέρεται χάρη σε ένα μόσχευμα πρέπει να γίνει δεκτή. Εγώ, σαν ζων δωρητής σώματος, δεν αποδέχομαι το δίλημμα «αφού πεθάνω, μπορεί να ζήσει οποιοσδήποτε, ή δεν πρέπει να είναι Αρχιεπίσκοπος;» Ούτε αναφορικά με το αίσθημά μου για την ανθρώπινη ζωή, ούτε αναφορικά με τη δωρεά μου.

Επίσης, δεν μπορώ να μην αναφέρω τι θα γινόταν εάν ο Χριστόδουλος αρνιόταν να του γίνει μεταμόσχευση, εάν αρνιόταν μάλιστα οποιαδήποτε ιατρική βοήθεια κι έτρεχε αποκλειστικά σε λείψανα και εικόνες. Δεν θα τον κατηγορούσαν για μεσαιωνισμό; Δεν θα έλεγαν ότι – έστω και με προσωπικό κόστος ζωής – βλάπτει τον πολιτισμό μας, καθώς ενθαρρύνει τους πιστούς να μην ζητάνε τη βοήθεια της επιστήμης, παρά να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σ’ εκκλησίες και φυλαχτά; Και δεν θα είχαν τότε περισσότερο δίκιο;

Χαμένος για χαμένος δηλαδή ο Χριστόδουλος, ό,τι και αν κάνει. Προσωπικά τέτοια αντιμετώπιση δεν επιφυλάσσω στον εχθρό μου – θέλω να είμαι εντάξει με τον εαυτό μου. Δεν μπορώ να είμαι τόσο δίκαιος ώστε, ό,τι και να κάνει ο άλλος εγώ να είμαι σωστός.

Η γενική ένστασή μου στα συγκεκριμένα άρθρα είναι ότι υποβόσκει μια χαιρεκακία, μια διάθεση αντεκδίκησης. Δεν μπορώ να νιώσω έτσι για έναν άρρωστο άνθρωπο. Χίλιες φορές να καταρρακωθεί επίσημα, να μείνει εκτεθειμένος θεσμικά, αλλά όχι να χορεύει κάποιος στον τάφο του ή γύρω από το κρεβάτι του. Ο Χριστόδουλος έκανε κηρύγματα μίσους και μισαλλοδοξίας - σε τι διαφέρουμε από αυτόν, εάν κάνουμε τα ίδια, απλώς από την αντίθετη σκοπιά;

Επίσης, υπάρχει μια πρόσθετη υποκρισία: από τη μια δέχομαι ότι δεν έγιναν επίσημα τάματα, ότι ο Χριστόδουλος δεν κατέβηκε να περπατά στα γόνατα σε κάποια Παναγία, αλλά από την άλλη, υπάρχει και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Θα μας άρεσε να γονατίζει δημόσια ένας διάσημος καρκινοπαθής και να κλείνει τα μάτια μπροστά στις κάμερες, εκλιπαρώντας για τη ζωή του; Δεν γινόμαστε χαιρέκακοι, εκδικητικοί κι ηδονοβλεψίες; Η πραγματική αρρώστια δεν είναι reality show...

Τέλος, ακόμα κι η περίπτωση ν’ ανακοινωθεί επίσημα ότι ο αρχιεπίσκοπος προσευχήθηκε ολονυχτίς για την υγεία του, ή ότι έκανε το τάδε τάμα... Προτιμώ που δεν ανακοινώθηκε τίποτα. Δεν με αφορά η προσωπική του ζωή (όπως δεν θέλω να αφορά κι αυτόν η δική μου).

Επαναλαμβάνω ότι στο θεσμό και στα κοσμικά τερτίπια του Χριστόδουλου δεν δείχνω καμιά επιείκεια. Αλλά στο ανθρώπινο δράμα χρειάζεται σεβασμός, αίσθηση του ανθρώπινου μέτρου χωρίς έπαρση ή διάθεση αντεκδίκησης. Μπορεί ν’ ακούγεται μπλαζέ ή φτιαχτό, αλλά πραγματικά θέλω να νιώθω ότι είμαι καλύτερος από αυτόν που κατηγορώ.

_______________________
ΥΓ. Έστειλα το παραπάνω κείμενο στον κο Νακρατζά σαν link (σε πιο σύντομη μορφή, από ανάρτηση σε κάποιο φόρουμ). Δεν μου απάντησε, όπως δεν είχε απαντήσει και μια άλλη φορά που είχα διαφωνήσει μαζί του και του έστειλα ανάλογο link. Η μοναδική φορά που μου απάντησε, ήταν όταν πρωτοέλαβα κείμενό του και τον ρώτησα που βρήκε το mail μου. Μου απάντησε, μάλλον με κάποια αγένεια, ότι τέτοιες λίστες κυκλοφορούν στο internet και αν ήθελα να μου πει σε ποια μέρη. Δεν απάντησα αλλά και δεν διαγράφηκα από τη λίστα του.

ΥΥΓ. Δημοσιεύω το post αυτό τώρα, καθώς η ‘ήρεμη’ επικοινωνιακή περίοδος, όσον αφορά την ασθένεια του Χριστόδουλου μόλις έληξε. Από εδώ και πέρα θα μιλάμε για το ανθρώπινο δράμα, τις πιθανές ευθύνες γιατρών και τα παρασκήνια διαδοχής. Κατά τη γνώμη μου, η καθαρή συζήτηση που θα μπορούσε να αναδείξει τις αρετές της άθρησκης και δημοκρατικής πλευράς έναντι του μισαλλόδοξου μεσαιωνισμού, έδειξε ότι υπάρχουν κι άθεοι "Χριστόδουλοι".

Σεπτεμβρίου 13, 2007

Κέρινα ομοιώματα της Madame Tussauds


Μέρες εκλογών και λέω ν’ αλλάξω θέμα, παραμένοντας στο ίδιο. Όταν η πολιτική εμπνέει την τέχνη: οι τρεις πιο διάσημοι Έλληνες πολιτικοί του 20ου αιώνα, Ελευθέριος Βενιζέλος, Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου, σε κέρινα ομοιώματα από το Μουσείο της Madame Tussauds, όπως παρουσιάζονται στην 72η ΔΕΘ.

Είναι πράγματι εντυπωσιακά. Ιδίως στο ομοίωμα του Καραμανλή υπάρχει ένα σημείο απ’ όπου το βλέμμα του διασταυρώνεται με το δικό σου – όταν το βρήκα πάγωσα. Νόμιζα ότι θα μου μιλήσει! Ο Ανδρέας είναι πιο εσωστρεφής, δεν σε κοιτάει στα μάτια, ενώ η πιο αληθοφανής γωνία είναι αυτή που βλέπετε. Ο Βενιζέλος είναι γνωστός μόνο από ιστορικές φωτογραφίες και μου έκανε λιγότερο εντύπωση – πάντως, σαν Κρητικός (κι εάν το ομοίωμα είναι όντως αληθοφανές) είναι ο πιο μαυριδερός απ’ όλους.

Σκεφτόμουν τη θέση του Γιώργου Παπανδρέου στην πρόσφατη επίσκεψη στη ΔΕΘ. Δεν γνωρίζω εάν πέρασε από το συγκεκριμένο περίπτερο, αλλά θα πρέπει να ήταν πολύ σκληρό. Σκεφτείτε τον εαυτό σας στη θέση του, να βλέπει το νεκρό πατέρα του ξαφνικά σχεδόν ζωντανό μπροστά του! Για τον Κώστα Καραμανλή, καθώς πρόκειται για ομοίωμα του θείου του, υποθέτω το σοκ θα ήτανε μικρότερο - άλλο θείος και άλλο πατέρας.

Οι πολιτικοί μπορεί να μη μας αντιμετωπίζουν σαν ανθρώπους. Σκεπτόμενοι την ανθρώπινη πλευρά τους, τους κολακεύουμε, τους κάνουμε μια τιμή που δεν κάνουν αυτοί σ’ εμάς. Ναι - νιώθω και σαν ν’ ανέβηκα ένα σκαλοπάτι ψηλότερα απ’ αυτούς.

Και δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ εάν αυτού του είδους η αντίδραση υπήρχε στο μυαλό της η Madame Tussauds, όταν σκέφτηκε να δημιουργήσει πανομοιότυπα ομοιώματα διάσημων ανθρώπων σε φυσικές διαστάσεις. Να μπορείς να τους παρατηρείς, να σκύβεις και να ψάχνεις τη ματιά τους, να βρίσκονται μπροστά σου στο ίδιο μπόι μόνοι τους, χωρίς μπράβους, παρατρεχάμενους, οπαδούς.

Σεπτεμβρίου 09, 2007

(1) Μικρά κόμματα και εξάλειψη δικομματισμού: η αλήθεια (2) Λαλιώτης 007: License to kill PASOK

Ακούω συχνά «ψήφο στα μικρά κόμματα» για να ξεφύγουμε από το δικομματισμό. Υπάρχει καλύτερος τρόπος να ξεφύγουμε από το δικομματισμό από μια κυβέρνηση συνεργασίας; Προφανώς όχι. Και θα έχουμε κυβέρνηση συνεργασίας, μόνο αν δεν πάρει αυτοδυναμία κανένα κόμμα. Κι εδώ είναι το ζουμί: όσο μεγαλύτερο ποσοστό πάρουν τα μικρά κόμματα (αυτά που μένουν εκτός βουλής), τόσο πιο εύκολο είναι για το πρώτο κόμμα να έχει αυτοδυναμία. Αυτά λέει ο εκλογικός νόμος. Διαβάστε την περιγραφή:

Όταν το πρώτο κόμμα ξεπεράσει το 42.5 % ο εκλογικός νόμος του δίνει την αυτοδυναμία σε έδρες, χωρίς καμία άλλη αναγκαία προϋπόθεση. Ούτε η διαφορά με το δεύτερο κόμμα έχει σημασία, ούτε πόσα κόμματα θα εκπροσωπούνται στη βουλή. Η αυτοδυναμία είναι βέβαιη.

Όταν όμως το πρώτο κόμμα έχει ποσοστό μικρότερο από το 42.5%, τότε η αυτοδυναμία εξαρτάται μόνο από το ποσοστό που πήραν αθροιστικά τα κόμματα που δεν πέρασαν το όριο εκπροσώπησης του 3%. Δηλαδή όσο αυξάνει το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων που δεν θα εκπροσωπούνται στη βουλή, τόσο μειώνεται το ποσοστό που χρειάζεται το πρώτο κόμμα για την αυτοδυναμία.

Περιπτώσεις: Στην πρώτη στήλη δίνεται το αθροιστικό ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής και στη δεύτερη το ελάχιστο ποσοστό του πρώτου κόμματος για την αυτοδυναμία. Όπως βλέπετε, όσο αυξάνεται το ποσοστό των μικρών κομμάτων, τόσο μειώνεται το αναγκαίο ποσοστό για την αυτοδυναμία.

1.0% - 42.1%
1.5% - 41.9%
2.0% - 41.7%
2.5% - 41.4%
3.0% - 41.2%
3.5% - 41.0%
4.0% - 40.8%
4.5% - 40.6%
5.0% - 40.4%
5.5% - 40.2%
6.0% - 40.0%

Παρεμπιπτόντως, αυτό εξηγεί και γιατί κατέβασε η ΝΔ τον Παπαθεμελή. Προφανώς όχι για να μπει στη Βουλή - αυτό είναι σίγουρο. Από τη μια κόβει σταυρούς από τον Καταφερτζέρη, αλλά (πιο σημαντικό) από την άλλη, και 1% να πάρει πανελλαδικά, κατεβαίνει το ποσοστό που χρειάζεται για να έχει η ίδια αυτοδυναμία.

Και το ΠΑΣΟΚ έχει τον Λαλιώτη...

Ο οποίος αποδεικνύει ότι στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις. Δηλώνει (σχεδόν) επικοινωνιολόγος και στο κάτω-κάτω, διαχειρίζεται τα επικοινωνιακά του ΠΑΣΟΚ. Και βγάζει για το σημερινό ψηφοφόρο του Κέντρου (αυτόν που κρίνει τις εκλογές) διαφημίσεις του στιλ «Αγάπιε τα ομόλογα να είναι δομημένα» και «εδώ οι υποκλοπές, εκεί οι υποκλοπές, πού είναι οι υποκλοπές;» Έχει τελικά τόσο σχέση με την επικοινωνία όσο εγώ με την πυρηνική φυσική.

Κι επειδή κανείς δεν μπορεί να είναι τόσο τυχερός όσο φαίνεται να είναι η ΝΔ, πιστεύω πως ο Λαλιώτης είναι μυστικός της πράκτορας στο αντίπαλο κόμμα. Έχει άδεια να σκοτώσει και την τελευταία ελπίδα να κερδίσει το ΠΑΣΟΚ. Μέχρι στιγμής τα πάει περίφημα.


Περισσότερες πληροφορίες για τα τερτίπια του νέου νόμου εδώ. Ολόκληρος ο εκλογικός νόμος (σε word) εδώ.

Σεπτεμβρίου 01, 2007

Περιμένοντας τους βαρβάρους

- Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;
Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα.

- Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;
Τι κάθοντ' οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.

- Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωϊ σηκώθη,
και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη
στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορώνα;





- Γιατί κ' οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα
να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα•
κι αυτοί βαρυούντ' ευφράδειες και δημηγορίες.


- Γιατί ν' αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία
κ' η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που εγίναν).
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κ' η πλατέες,
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;

Γιατί ενύχτωσε κ' οι βάρβαροι δεν ήλθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ' τα σύνορα,
και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.

Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

Αυγούστου 26, 2007

Πυρκαγιές: ο εχθρός της Ελλάδας βρίσκεται εντός των πυλών


Όλοι στην αρχική παραζάλη αναρωτηθήκαμε εάν υπάρχει κάποιο οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης της Ελλάδας. Και ο φόβος επισημοποιήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο: από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.

Ένας φίλος από την Μοντάνα μου τηλεφώνησε καθώς ανησύχησε από τα νέα. Όταν όμως του είπα τις φήμες για οργανωμένο σχέδιο γέλασε, λέγοντας πως οι δασικές φωτιές από τυχαίους παράγοντες είναι πλέον συχνότατο φαινόμενο. Στα μέρη του συμβαίνουν συνεχώς. Όταν φυσάει δυνατά τα κλαδιά τρίβονται μεταξύ τους – ένας σπινθήρας φτάνει για να ανάψει φωτιά. Η μεγάλη διαφορά φέτος είναι η λειψυδρία του περασμένου χειμώνα: τα δάση έχουν χάσει μεγάλο μέρος της φυσικής υγρασίας τους. «Με τα ξερά πεύκα στην Ελλάδα αυτό είναι ακόμα πιο εύκολο», είπε. Στις ΗΠΑ έχουν γίνει μελέτες και τα αποτελέσματα από τις νέες κλιματολογικές συνθήκες αποτελούν κοινή γνώση – μπορεί να ψάχνουν αόρατους εχθρούς αλλού, αλλά στις φωτιές είναι ενημερωμένοι.

Ξέρουμε ότι στις περιοχές που κάηκαν επικρατούσε καύσωνας, ο άνεμος ήταν ισχυρότατος και γενικά, επικρατούσαν συνθήκες υψηλού κινδύνου. Φυσικά, κανείς δεν θα υποστηρίξει ότι όλες οι φωτιές οφείλονται σε τυχαίους παράγοντες. Κάποιες οφείλονται σε αμέλεια (σε αποτσίγαρα, στη γιαγιά που μαγείρευε στην αυλή της), κάποιες σε πυρομανείς (ανάβουν τη φωτιά και μετά κοιτάζουν από το καφενείο την καταστροφή) και κάποιες σε οικοπεδοφάγους (κυρίως στην Αθήνα, όπου βρέθηκαν και οι περισσότεροι εμπρηστικοί μηχανισμοί).

Το σημαντικό είναι πως με αυτούς τους παράγοντες συνδυάζουμε τις νέες κλιματολογικές συνθήκες με τις οποίες πρέπει πλέον να μάθουμε να ζούμε, την ανθρώπινη αμέλεια και την εγκληματική πράξη. Καταλαβαίνουμε ότι μοιραζόμαστε την ίδια πραγματικότητα με τον υπόλοιπο κόσμο. Η θεωρία περί "εθνικού κινδύνου" δεν εξηγεί το ότι φέτος εκδηλώθηκαν οι πλέον καταστροφικές φωτιές σε όλα τα κράτη της Μεσογείου (και μάλιστα, σε αρκετά από αυτά υπήρξαν νεκροί). Έχουμε μια εναλλακτική οπτική για την ξαφνική εμφάνιση εστιών στη μέση του πουθενά, που μας εξοργίζει. Αν κάτι ξεχωρίζει στην Ελλάδα, είναι η μεγαλύτερη έλλειψη συντονισμένου προγράμματος και προστασίας.

Όλα αυτά δεν μειώνουν το ανείπωτο μέγεθος της τραγωδίας. Έχει όμως σημασία ότι του προσφέρουν μια ορθολογική εξήγηση, αφαιρώντας την αόρατη απειλή που πλανάται από πάνω μας. Δεν υπάρχει αναγκαστικά κάποια οργανωμένη επίθεση.

Με ενοχλεί βαθιά το ότι ο πρωθυπουργός μίλησε τόσο εύκολα για οργανωμένο σχέδιο εναντίον της Ελλάδας. Είναι η light εκδοχή της πολιτικής περί αόρατων εθνικών κινδύνων και σκοτεινών κέντρων. Η αυτονόητη ερώτηση είναι: από ποιόν κινδυνεύουμε; Κι εδώ ήρθε να απαντήσει η εκδοχή αυτής της πολιτικής που κρατάει ‘όλη τη γεύση’: ο Καρατζαφέρης. Ο εκπρόσωπος του ΛΑΟΣ δήλωσε ότι τις φωτιές έβαλαν οι Γκρίζοι Λύκοι.

Έτσι θα πάμε λοιπόν σε εκλογές. Με μια ανείπωτη τραγωδία, τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αποδιοργανωμένο κράτος και αόρατους εχθρούς.

_______________

Για την ιστορία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για θέματα περιβάλλοντος, έλεγε το 2000 για την Ελλάδα:
Τα φτωχά αποτελέσματα των τελευταίων ετών στην αντιμετώπιση δασικών πυρκαγιών δείχνουν ξεκάθαρα την ανάγκη βελτίωσης, ειδικά αναφορικά με θέματα γνώσης και οργάνωσης. Επίσης, υπάρχει ξεκάθαρη ανάγκη καλύτερης διαχείρισης των δασών και σοβαρών έργων με σκοπό την πρόληψη. Το τελευταίο, απαιτεί μια σύγχρονη Δασική Υπηρεσία που θα συνεργάζεται στενά με την Πυροσβεστική.
Η Πυροσβεστική χρειάζεται νa βελτιώσει την ικανότητα της αρχικής της αντίδρασης. (...) Οι επίγειες δυνάμεις θα πρέπει να μάθουν να εξαρτώνται λιγότερο από τις εναέριες δυνάμεις επειδή αυτές μπορεί να μην είναι διαθέσιμες κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες (ισχυρότατοι άνεμοι, πολλές πυρκαγιές συγχρόνως, νυχτερινές ώρες).

Κάποιες από τις βελτιώσεις που χρειάζεται η Πυροσβεστική είναι:

- πρόσληψη νέου, μόνιμου ικανού προσωπικού

- αλλαγές στη δομή που θα επιτρέψουν την εφαρμογή κεντρικής πολιτικής σε όλες τις περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης σε σύγχρονες αντιλήψεις και μεθόδους
- ενεργή διαχείριση εποπτείας των περιοχών από την Πυροσβεστική και εκπαίδευση των κατοίκων και βοσκών

Όλο το κείμενο εδώ


Φωτογραφίες: από ert.gr

Αυγούστου 08, 2007

Ιουλίου 16, 2007

Μια πόλη ζωντανή στον κυριακάτικο Ιούλη

Ο Αλατζά Ιμαρέτ βρίσκεται σε γειτονιά μεταναστών. Πάει να πει, σε μια συνοικία που δεν πάει κανείς συχνά, παρά μόνο σαν περαστικός ή επειδή έχει κανονίσει να πάει (και χώνεται κατευθείαν) στην 'Αίγλη'. Η τελευταία είναι χώρος χειμερινών συναυλιών και το καλοκαίρι, ανοιχτός κινηματογράφος. Συμπτωματικά και αυτή είναι οθωμανικό μνημείο – το αυθεντικό της όνομα είναι Γενί Χαμάμ.

Μιλούσα με τον ταξιτζή για την τελευταία φορά που πήγα εκεί. Μια φίλη από την Κρήτη συμμετείχε σε έκθεση φωτογραφίας στο Γενί Τζαμί (άλλο οθωμανικό μνημείο) και θα παραλάμβανα τα έργα της την τελευταία μέρα. Ο ταξιτζής όμως με πήγε στην Αίγλη. Ούτε εγώ ήμουν σίγουρος που ήταν το Γενί Τζαμί – αλλά η Αίγλη ήταν θεόκλειστη. Ρώτησα τους περίοικους και μου είπαν για ένα κοντινό κτίριο: βρέθηκα φάτσα-κάρτα με ένα υπέροχο κτίσμα, περικυκλωμένο σε απόσταση αναπνοής από πολυκατοικίες. Έτσι γνώρισα τον Αλατζά Ιμαρέτ. Ευτυχώς ένα τηλεφώνημα στην Κρήτη μας αποκάλυψε τη διεύθυνση του Γενί Τζαμί στη Θεσσαλονίκη και παρέλαβα τα έργα. Βρισκόταν κοντά στη γειτονιά μου.

Στην επιστροφή έλεγα αγανακτισμένος στον ταξιτζή για το συνάδελφό του που με πήγε στην άλλη άκρη της πόλης. «Ε, που να ξέρει; Εμείς είμαστε Έλληνες, ακούμε τούρκικα ονόματα και γυρνάμε από την άλλη». Στο σημερινό ταξιτζή δεν τα είπα όλα (ποτέ δεν ξέρεις με τι άνθρωπο έχεις να κάνεις) απλώς παρέθεσα μερικά μνημεία της πόλης, σχολιάζοντας πόσο παράξενο είναι να μην ξέρουμε που βρίσκονται.

Η ομορφιά του Αλατζά Ιμαρέτ μου είχε μείνει στο μυαλό και διάλεξα μια Κυριακή του Ιούλη να τον επισκεφτώ. Η πόλη ήταν άδεια και θα μπορούσα να τον τριγυρίσω με την ησυχία μου, να καθίσω στον κήπο του, να βγάλω φωτογραφίες χωρίς περαστικούς, αυτοκίνητα και περίεργους. Αλλά ο Αλατζά Ιμαρέτ βρισκόταν σε γειτονιά μεταναστών. Αυτό δεν το είχα προβλέψει. Ξαφνικά, βρέθηκα σ’ ένα μέρος που έβριθε από ζωή: μια ολοζώντανη πόλη μέσα στην υπόλοιπη άδεια. Άνθρωποι κάθονταν στα πεζοδρόμια, κοιτούσαν από τα μπαλκόνια, τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά (κυρίως καφενεία, μπιλιάρδα και καπνοπωλεία). Ήθελα ν’ αγοράσω τσιγάρα αλλά δεν μπορούσα να συνεννοηθώ με τον μαγαζάτορα - φαίνεται εξυπηρετεί μόνο συμπατριώτες του.

Η αλήθεια με σκούντηξε με τον πιο φυσικό τρόπο: οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν λεφτά για παραλίες. Η Χαλκιδική, τους πέφτει πιο μακριά απ’ ότι σε μας. Και η γειτονιά τους είναι μια γειτονιά από άλλα μέρη – ενώ για την ίδια τη Θεσσαλονίκη, από άλλον καιρό.

Στον κήπο του μνημείου συζητούσαν δύο γριές, μια με χρωματιστή ρώσικη μαντίλα και μια ελληνίδα στα μαύρα από άλλη εποχή. Τους έδενε η γειτονιά και η κοινή οικονομική θέση; Έτσι θα έλεγαν κάποιοι αριστεροί της παράδοσης. Υπάρχει όμως μια πιο βαθιά παράδοση. Η τρίτη ηλικία, όπως τα μωρά, εκπέμπει κάτι πανανθρώπινο. Αν η μοίρα μοιάζει με κοινή πατρίδα, μετά από κάποια χρόνια γινόμαστε συμπατριώτες. Είναι φυσικό η ηλικία και το βάρος της να στρογγυλεύουν τις διαφορές (ιδίως σε λαούς βασανισμένους). Αλλά και παντού, μετράς πόσα πέρασες και πόσα σου μένουν με δέκα δάχτυλα. Είναι τα πιο πανανθρώπινα μαθηματικά. Τα οποία είναι καλό – και μπράβο σε όποιον – τα μετρά με παρέα.


Ένα αίσθημα παρέας που δεν συναντάμε πλέον συχνά, θα έβλεπα κι αργότερα. Ήμουν στην πόλη μου με τους παραδοσιακούς συμπολίτες μου απόντες – και κοιτούσα τα μέρη της κατειλημμένα από άλλους.

Για καλή μου τύχη, βρήκα την πόρτα μιας πολυκατοικίας και την ταράτσα ανοιχτές και μπόρεσα να δω τον Αλατζά Ιμαρέτ από ψηλά. Η ένοικος του ρετιρέ με αντιλήφθηκε κι ανέβηκε αρκετές φορές – την τελευταία με απείλησε ότι θα φωνάξει την αστυνομία. Η καημένη, είχε κλειδώσει την πόρτα της ταράτσας χωρίς να την κλείσει πρώτα (η ‘γλώσσα’ της κλειδαριάς έχασκε έξω) και ήταν πεπεισμένη ότι την είχα παραβιάσει. «Τι κοιτάς τώρα, εκεί δεν υπάρχει τίποτα!» και «Μπήκαν στο διαμέρισμά μου και δεν μπορώ!». Ούτε ο πληθυντικός μου, ούτε το χαμόγελό μου, ούτε η λογική μου μπόρεσαν να την καθησυχάσουν κι έφυγα. Η Θεσσαλονίκη, όμως, μου φαινόταν συμβολική και σε στρώσεις από εκεί ψηλά. Μπροστά μου η Αίγλη (το οθωμανικό Γενί Χαμάμ), πίσω η βυζαντινή Βασιλική του Αγίου Δημητρίου, μια στρώση από τη σύγχρονη πόλη και στο βάθος – το μόνο απαράλλαχτο σε όλες τις περιόδους - η θάλασσα.


‘Παρά ιστορίας αλός’ για 2.300 χρόνια η Θεσσαλονίκη. Στο παρόν η ένοικος ηρέμησε κι εγώ πήρα το δρόμο της επιστροφής προς το κέντρο. Η αρχαία αγορά αποδείχτηκε δυο βήματα – έκανα μια στάση, ο μόνος επισκέπτης και... ζήλεψα όσους έχουν ειδική άδεια. Η αγορά της εποχής του Γαλερίου ήταν σκεπαστή αλλά δεν επιτρέπεται η περιήγηση από κάτω της, για λόγους ασφαλείας. Η επόμενη φωτογραφία είναι των αδελφών Ζαρζώνη (Γιάννη και Γιώργου) από τη Θεσσαλονίκη με ειδικότητα και trademark τις πανοραμικές φωτογραφίες.


Αμέσως μετά η Πλατεία Ελευθέριου Βενιζέλου και η δεύτερη έννοια της παρέας. Πάντα ένιωθα μια κρυφή περηφάνια για τα πολιτικά ‘πηγαδάκια’ της Ομόνοιας – όσο κι αν ήταν φτιαχτά και οι ‘ειδήμονες’ βαλτοί των κομμάτων. Ακόμα και μέσα στην παρακμή τους, μου έφερναν κάτι από την Εκκλησία του Δήμου, τότε που οι Αθηναίοι συζητούσαν τα ‘κοινά’ στο κέντρο της πόλης. Είχαμε και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης ‘πηγαδάκια, αλλά ήταν πιο φτιαχτά από των Αθηνών και δεν αποτελούσαν ‘βαρόμετρο’ σε οποιοδήποτε περίοδο.

Στην Πλατεία Βενιζέλου παιζόταν ένα παράξενο σκάκι χωρίς πόλεμο. Τα μαύρα τετράγωνα φτιάχνονταν από τις σκιές των δένδρων και τα άσπρα από το μεσημεριάτικο ήλιο. Μέσα στα μαύρα ‘τετράγωνα’ (γιατί ήταν ακανόνιστα πολύεδρα) μαζεύονταν είτε παρέες, είτε περιστέρια. Ποτέ και οι δυο μαζί. Το ενδιαφέρον ήταν να βλέπεις τους δυο αδιάφορους στρατούς αντικριστά – και μετά, την εφευρετικότητα και άνεση των πρώτων. Κάτω από ένα δένδρο είχε στηθεί σωστό πανηγύρι με μια νταμιτζάνα ρετσίνα, κοψίδια και καρέκλες καφενείου. Κάτω από ένα άλλο, κάθονταν σε τενεκέδες και καρέκλες γραφείου με ρόδες (πού τις βρήκαν;). Παραπέρα μια μικρή παρέα σε πεζούλια.



Δεν ξέρω αν αυτό ήταν πολιτική Εκκλησία του Δήμου – αλλά ήταν σίγουρα καλοκαιρινή. Η οικειοποίηση της πόλης (ενός από τα πιο κεντρικά της σημεία για την ακρίβεια) από όσους ξέμειναν πίσω. Τους συνταξιούχους και τους πιο μόνιμους θαμώνες, τα περιστέρια.

Λιγότερο από εκατό μέτρα παρακάτω η πόλη επανέρχεται στους καλοκαιρινούς ρυθμούς. Το Μοδιάνο και το Καπάνι, τα δύο εβραϊκά τοπωνύμια του (καθαρά ανατολίτικου) παζαριού είναι σιωπηλά κι έρημα. Από το λαϊκό θέατρο που στήνουν οι πωλητές, κι όπου κανονικά δεν μπορείς να περπατήσεις ή ν' ακούσεις τον διπλανό σου, απομένει το σκηνικό: έρημοι διάδρομοι, κενά τσιγκέλια, τέλεια τακτοποιημένοι πάγκοι. Σαν να ρίχνεις ματιές στα παρασκήνια του πιο αναγκαίου θεάτρου, αυτού της επιβίωσης πωλητών κι αγοραστών. Βέβαια, οι φασαρίες , οι φωνές και τα καμώματα δεν στήνονται μόνο για χάρη του ανταγωνισμού. Δηλώνουν πως η επιβίωση δεν είναι αρκετή, πρέπει να την κάνεις και θέμα.



Μέσα από έρημους πλέον δρόμους βαδίζω προς την οδό Φράγκων, όπου μέχρι τις αρχές του περασμένου αιώνα ζούσαν οι δυτικοί διπλωμάτες και υπήκοοι. Σήμερα, ανάμεσα στις πολυκατοικίες και τα εμπορικά είναι χωμένη η Καθολική εκκλησία της Θεσσαλονίκης, ο Άγιος Μηνάς. Εδώ με έφερε ο Mazower και ψάχνω κάτι από το 1859.

Ο Τζον «Τζάκι» ‘Άμποτ ήταν Έλληνας στο θρήσκευμα, Βρετανός στην υπηκοότητα. Την περιουσία του αρχικά την έφτιαξε πουλώντας βδέλλες, που ήταν απαραίτητες στους ντόπιους θεραπευτές. Μα οι βδέλλες είχαν κι άλλη σημασία, γιατί ο Άμποτ είχε χρησιμοποιήσει τα λεφτά του για να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους τοκογλύφους της περιοχής.

Στη διάρκεια της επίσκεψης του σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ, ο Άμποτ πήρε το δικαίωμα και τον κάλεσε στο αρχοντικό που είχε φτιάξει στο Ουρεντζίκ (σημερινό Ρεντζίκι). Δεν μπορεί να πει κανείς ότι τσιγκουνεύτηκε τα έξοδα για την περίσταση. Έβαλε να φαρδύνουν το δρόμο και να χτίσουν νέες γέφυρες. Αγόρασε χαλιά από τους ντόπιους εμπόρους για να σκεπάσει όλη τη διαδρομή των εννιά ως έντεκα χιλιομέτρων που θα έπρεπε να διασχίσει η αυτοκρατορική άμαξα.

Τελικά η άμαξα του Αμπτούλ Μετζίτ έφτασε στην ιδιοκτησία του Άμποτ. Ο σουλτάνος ήταν έτοιμος ν’ ακουμπήσει το πόδι του στο στρωμένο με χαλί έδαφος, όταν ο ουρανός συννέφιασε κι ακούστηκε ένα αστραποβόλι: προληπτικός καθώς ήταν, αρνήθηκε αμέσως να κατέβει.

Η ιστορία, όπως την αφηγούνταν τουλάχιστον, σηματοδοτούσε την απαρέσκεια των επουράνιων δυνάμεων για τις αμαρτίες και την ξιπασιά του Άμποτ, ο οποίος τρεφόταν από το φτώχεμα της πόλης και συνέβαλε σ’ αυτό. Η οικογένεια Άμποτ παρέμεινε ισχυρή στη Θεσσαλονίκη για άλλη μια γενιά. Ήταν όμως άνθρωποι σπάταλοι κι εριστικοί και τα λεφτά τους σύντομα σώθηκαν. Σήμερα, σε μια γωνιά της οδού Φράγκων, ο φιλοπερίεργος διαβάτης μπορεί να διακρίνει μεσ’ από τις ακλάδευτες φτέρες και τις ακακίες ένα εγκαταλειμμένο νεοκλασικό μνημειακό άγαλμα μιας καθιστής γυναίκας: είναι το τελευταίο απομεινάρι της ιδιοκτησίας των Άμποτ.

Η περιήγηση σε μια άγνωστη – αλλά δημόσια - Θεσσαλονίκη είχε τελειώσει. Στον Αλατζά Ιμαρέτ, απ’ όπου ξεκίνησα, γινόταν μια έκθεση της Μπιενάλε (τίποτα το συνταρακτικό, άψογη εξυπηρέτηση ενώ σε μια αίθουσα προβαλλόταν μια ταινία). Σε λίγο θα ξεκινούσα τη βόλτα μου: από τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, τους φυλακισμένους του καλοκαιριού και κατακτητές της άδειας πόλης, τα παρασκήνια του λαϊκού θεάτρου, μέχρι απομεινάρια από κάποιον καταραμένο – και άγνωστο πλέον – τοκογλύφο. Σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι.


Το κείμενο για τον Άμποτ είναι απόδοση από το ‘Θεσσαλονίκη –Πόλη των Φαντασμάτων’ του Mark Mazower (σελ. 199-201)

Ιουλίου 14, 2007

Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης: καθόλου παράξενο

Μια από τις πιο σίγουρες εκφάνσεις του παραλόγου, ξεκινά όταν δείχνεις σε μια παρέα γυναικών μια κοινή φωτογραφία τους. Κάθε μια λέει για κάθε άλλη «πω πω τι ωραία που είσαι!» ενώ παράλληλα λέει για τον εαυτό της: «αμάν, πως φαίνεται η μύτη μου», και «Παναγία μου τι τεράστιο κώλο έχω», και «αχ πως γέρασα!» και «σβήσε την, κοίτα πως βγήκα». Η εφευρετικότητα στο τι δεν τους αρέσει πάνω τους και οι γωνίες που ανακαλύπτουν, δεν παύει να με εκπλήσσει. Κάθε γυναίκα έχει την ικανότητα χιλίων Σέρλοκ Χολμς και Ηρακλή Πουαρό μαζί, όταν πρόκειται για την εμφάνισή της.

Πρόσφατα, σε κάποιο ξενοδοχείο έκανα το πείραμα να ξυριστώ σ’ ένα μεγεθυντικό καθρέφτη που είχε στο μπάνιο, για το μακιγιάζ. Στα μισά άλλαξα στον κανονικό καθρέφτη: κάθε ίχνος από το ξυρισμένο γένι φαινόταν σαν τελεία όσο κι αν περνούσα το ξυράφι από πάνω του, κάθε φλεβίτσα σαν χαρακιά. Πήγε να με πιάσει κατάθλιψη. «Μα πως αντέχουν να βλέπουν τον εαυτό τους έτσι;» αναρωτήθηκα. Και δεν φτάνει που το κάνουν σπίτι, κουβαλούν κι ένα μαζί τους μήπως χαλάσει καμιά λεπτομέρεια! Στο μεγάλο καθρέφτη φαίνομαι μια χαρά – όπως με ξέρω. Ή καλύτερα, όπως έχω συνηθίσει να με βλέπω. Αναφέρθηκα στην παρατηρητικότητα χιλίων Σέρλοκ Χολμς και Πουαρό όσον αφορά τη γυναικεία αυτο-επισκόπιση - και τελικά, ο μεγεθυντικός καθρέφτης είναι σημαδιακός. Όχι γιατί είναι εξάρτημα των ντεντέκτιβ, αλλά γιατί η οπτική που προσφέρει γίνεται κυριολεκτική και ‘φυσική’: έτσι, σε μεγέθυνση βλέπουν και οι γυναίκες τα χαρακτηριστικά ή τις όποιες ατέλειές τους. (Και φυσικά, να μην ξεχνάμε ότι ένας μεγεθυντικός καθρέφτης είναι στην ουσία παραμορφωτικός.)

Εδώ εξηγείται και το ότι οι γυναίκες στην πραγματικότητα ντύνονται και μακιγιάρονται κυρίως για τις άλλες γυναίκες. Ο άντρας δεν είναι αδιάφορος, προσέχει την ομορφιά, αλλά σε διαφορετικό, πιο απλό και πρωταρχικό επίπεδο. Δεν έχει εκπαιδευτεί να προσέχει τέτοιες και τόσες λεπτομέρειες. Είναι αστείο, από τη μια αυτός έθεσε τη γυναίκα σε βάθρο ομορφιάς κι από την άλλη, οι τεχνικές που η γυναίκα ανακάλυψε για να ανταποκριθεί και να τον ικανοποιήσει, τον ξεπερνάνε. Αναγκαστικά, ο πραγματικός συναγωνισμός λαμβάνει χώρα ανάμεσα στις ειδήμονες.

Πάντα είχα περισσότερες γυναίκες φίλους παρά άντρες. Δεν μου έκανε εντύπωση μέχρι που πριν χρόνια, σε μια παρέα δέκα γυναικών όπου ήμουν ο μόνος άντρας, η συζήτηση πήγε στα μαλλιά. Ένιωσα σαν να φοράω προβιά και να κρατάω ρόπαλο. Δεν καταλάβαινα καν τις λέξεις. Πήγα να πω κάτι για την αντρική οπτική, στο κάτω-κάτω, έλεγα τότε για μας το κάνουνε, μου έριξαν μια εντελώς απαξιωτική ματιά (μαζί τους και το κορίτσι μου) και συνέχισαν την κουβέντα. Βυθίστηκα στις σκέψεις μου για τις επόμενες διακοπές, τι θα φάμε αύριο, κάποιο μάθημα που χρωστούσα – τελείωσαν μετά από ώρες. Ένα από τα πιο βαρετά βράδια της ζωής μου κι από τότε πρόσεχα να υπάρχει τουλάχιστον άλλος ένας άντρας στην παρέα.

Τότε περίπου μου γεννήθηκε η απορία για το πως μαθαίνουν οι γυναίκες όλες αυτές τις τεχνικές και τα σύνεργα. Μου απάντησαν, από φίλες τους και περιοδικά. Αν το σκεφτείτε, η ορολογία, οι τεχνικές, τα εργαλεία, η εξειδίκευση - είναι απίστευτος ο όγκος γνώσης. Πρώτο σχόλιο: και μετά τους φαίνεται παράξενο που εμείς διαβάζουμε τα ΜΑΣΤΟΡΕΜΑΤΑ ή το RAM. Δεύτερο σχόλιο: κι εμείς νιώθουμε περήφανοι που χρησιμοποιούμε ένα κατσαβίδι ή βαράμε μ’ ένα σφυρί! Οι γνώσεις ηλεκτρολόγου, υδραυλικού ή μαραγκού από τη μεριά των ανδρών είναι σε επίπεδο 18ου αιώνα – οι γυναικείες γνώσεις σε θέματα ομορφιάς ανήκουν στη διαστημική εποχή.

Η οπτική του μεγεθυντικού καθρέφτη όμως, μου έφερε στο μυαλό ένα τραγούδι. Είναι άραγε η όμορφη γυναίκα έργο τέχνης; Και δεν το εννοώ ποιητικά.

Τους προβολείς στήσε
άπλετο φως στη ράμπα να πέφτει

η δράση να κυλάει να κατακλύζεται στη δίνη

η τέχνη δεν πρέπει ν’ αντανακλά σαν τον καθρέφτη

μα σαν φακός να μεγεθύνει


Όσον αφορά την εμφάνισή της, μια γυναίκα βρίσκεται όντως κάτω από προβολείς και σε μια κοινωνική ράμπα ομορφιάς – κάτι που δεν ισχύει για τον άντρα. Αλλά με βάση το ποίημα του Μπρεχτ, η ενασχόληση με την ομορφιά της ακολουθεί κάποιους νόμους της τέχνης. Στις πιο πολλές περιπτώσεις (όπου δεν χρησιμοποιείται μακιγιέρ), καλλιτέχνης και τελικό έργο τέχνης είναι προφανώς, η ίδια η γυναίκα.

Ενώ λοιπόν ο άντρας ‘αντανακλά’ την εμφάνισή του προς τους άλλους και στον εαυτό του (μέσω του καθρέφτη ξυρίσματος) η γυναίκας μεγεθύνει την δική της εμφάνιση (στον εαυτό της σαν καλλιτέχνης και στους γύρω σαν τελικό έργο). Βλέπει, διορθώνει και μετά εκπέμπει λεπτομέρειες που δεν φαίνονται με μια πρώτη ματιά ή από κάποιον απαίδευτο, αποτελεί ‘επικοινωνιακό σκεύος’ του οποίου κάθε γωνία και σημείο φωνάζει (ή επιζητά να φωνάξει): τελειότητα!

Αυτό δεν έχει ένδιαφέρον επειδή ποιητικά, θα λέγαμε ότι ένα έργο τέχνης το θαυμάζουμε, το λατρεύουμε, είμαστε περήφανοι γι’ αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι ένα έργο τέχνης το κρεμάμε στον τοίχο (η γυναίκα σαν ντεκόρ ή αγαθό), το κρύβουμε σε προσωπική θυρίδα (η γυναίκα κάτω από το τσαντόρ), πληρώνουμε εισιτήριο για να το δούμε (η γυναίκα σαν πόρνη). Ένα έργο τέχνης βγαίνει σε δημοπρασία και ανήκει στον πλειοδότη αγοραστή. Και φυσικά, συντηρείται – διαφορετικά χάνει αρκετή από την αρχική αξία του.


Είναι τα πράγματα τόσο άσχημα; Όχι, δεν το πιστεύω – πρόκειται για προεκτάσεις των σκέψεών μας, όχι για τις ίδιες τις σκέψεις. Είναι ενδεικτικές αλλά όχι κυριολεκτικές. Θα κατέληγα σε δύο συμπεράσματα: πρώτον, ότι είναι καλό οι γυναίκες να χαλαρώσουν λίγο – για τον ίδιο τους τον εαυτό. Η εμπειρία με το μεγεθυντικό καθρέφτη με τρόμαξε και κάτι που θεωρούσα μέχρι τότε χαριτωμένο ή παράξενο (η αντίδρασή τους όταν βλέπουν φωτογραφίες τους, το θέατρο του παράλογου που στήνουν από κοινού) απέκτησε άλλη διάσταση. Παραείναι σκληρό να βλέπεις τον εαυτό σου σε τέτοια λεπτομέρεια, να έχεις τόσο εξονυχιστική οπτική. Δεύτερον, είναι καλό να έχουμε γνώση κάποιων προεκτάσεων των στάσεων μας, αφενός γιατί υπάρχει ο κίνδυνος της μονομέρειας (το παράδειγμα της χαζής ξανθιάς) κι αφετέρου γιατί υπάρχουν τα επικίνδυνα άκρα. ‘Παραμορφωτικός’ και ‘σε μεγέθυνση’ - λέξεις-κλειδιά για τις διατροφικές διαταραχές, που σχεδόν αποκλειστικά χτυπούν γυναίκες. Έχει αποδειχτεί ότι οι ασθενείς έχουν μια εντελώς ‘παραμορφωμένη’ εικόνα για τον εαυτό τους, ‘μεγεθύνουν’ κυριολεκτικά το σώμα τους. Μπορεί να είναι ένα μάτσο κόκαλα κι αυτές ν’ ανακαλύπτουν ακόμα.. ‘παχάκια’. Σαν να έχουν οικειοποιηθεί πλήρως και αποκλειστικά την οπτική ενός καθρέφτη-μακιγιάζ.

Εν τέλει... μάλλον θα έρθουν πιο κοντά τα δύο φύλα, επειδή οι άντρες ασχολούνται όλο περισσότερο με τον εαυτό τους. Ελπίζω ποτέ να μη γίνουμε όπως οι σημερινές γυναίκες – η ζωή είναι πολύ πιο απλή κι ευχάριστη έτσι. Από την άλλη, το παραδέχομαι - έχω συνηθίσει τη γυναίκα να φροντίζει περισσότερο τον εαυτό της (π.χ., μια γυναίκα με τρίχες στα πόδια δεν είναι ελκυστική, ενώ σ’ έναν άντρα δεν το προσέχεις. Επίσης, κατά τη γνώμη μου ένας άντρας με χαλάουα είναι μάλλον αστείος). Μπορεί να μη μου αρέσει να φοράει η γυναίκα μακιγιάζ παρά πολύ σπάνια, να μην δίνει υπερβολική προσοχή (και ιδίως χρόνο) στο ντύσιμό της - το γούστο, η θηλυκότητα και η κλάση είναι μόνιμα χαρακτηριστικά. Πάντως κοινωνικά, παραδέχομαι ότι έχω συνηθίσει στο πρότυπο μιας γυναίκας που προσέχει τον εαυτό της περισσότερο απ' ότι ο τυπικός άντρας.

Και τέλος, υπάρχουν οι χαριτωμένες διαφορές ρόλων ανάμεσα στα φύλα (σαν αυτές με το κατσαβίδι από τη μια και τα κουπ-ντεμακιγιάζ-ριλάιν από την άλλη). Αυτά που μας κάνουν διαφορετικούς, ακατανόητους αλλά και γοητευτικούς μεταξύ μας. Όταν δεν φτάνουν στα άκρα, είναι στο στιλ μου – και όταν φτάνουν, υπάρχει άλλο στιλ ανδρός. Θα κατέληγα: και είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.

Αλλά στο κείμενο αυτό λέω ακριβώς το αντίθετο.


Σκέφτηκα να μη βάλω εικόνες, γιατί έπεσα σε μια φωτογραφία ασθενούς με ανορεξία και σχεδόν έκανα εμετό – η εικόνα της θα καπέλωνε οποιαδήποτε τελική εντύπωση ήθελα να αφήσω. Τελικά, όμως, καθημερινές και γνωστές μας εικόνες λειτουργούν συμπληρωματικά: δεν μιλάμε για κάτι παράξενο ή ξένο προς εμάς...

Ιουλίου 10, 2007

Δύο Γερμανικά νούμερα

Nούμερο ένα
Τελικά υπάρχουν πόλεις χωρίς φωτογένεια; Μέρες που το μάτι δεν ‘τραβάει’; Συνθήκες που χωρίς να είναι κλασικά απαγορευτικές (π.χ. σκληρό φως, συννεφιά), σαμποτάρουν τη φωτογράφηση; Και, τέλος, κάμερα που δεν εμπνέει; Εάν υπάρχει κάποια αλήθεια σε καθένα από αυτά, μου έτυχαν όλα μαζί.

Χάρηκα όταν έτυχε να πάω, σε διάστημα ενός μήνα, δεύτερη φορά στη Γερμανία. Αυτή τη φορά με τεράστια παρέα και σχεδόν καθαρά ψυχαγωγικά. Είχα μόλις αγοράσει και καινούρια φωτογραφική μηχανή κι ανυπομονούσα να τη δοκιμάσω σε ‘πραγματικές συνθήκες’.

Σ’ ένα μουσείο ανακάλυψα ότι η νέα μηχανή φορτίζει το σώμα με ηλεκτρισμό: όποτε ακουμπούσα σε μεταλλική επιφάνεια δεχόμουν εκκένωση. «Μπρος στα κάλλη τι είναι ο πόνος» σκέφτηκα. Ήμουν ενθουσιασμένος με το μοντέλο απ’ ότι είχα διαβάσει. Και πρόσεχα που ακουμπούσα.

Όταν όμως είδα τις φωτογραφίες σοκαρίστηκα. Στο laptop η οθόνη τις κολάκευε. Απέραντο γκρι – μα ο ουρανός ήταν καταγάλανος! Θολές εστιάσεις - μα ήταν τελευταίο μοντέλο και τα θέματα κοντά μου και τεράστια! Θαμπά χρώματα – μα υπήρχε φως! Στραβά κάδρα – μα δεν έβλεπα;

Τελικά υπήρξε μόνο πόνος – κυριολεκτικός και συναισθηματικός. Από κάλλη μηδέν. Με το ζόρι βρήκα τέσσερις-πέντε υποφερτές. Παραδέχομαι, η πόλη δεν με ενέπνευσε. Τα θέματα που με εξίταραν ήταν κάποια αγάλματα που έβγαιναν κάθετα από ένα κτίριο θυμίζοντας καταραμένες εικόνες της Αποκάλυψης. Σαν να ξέφευγαν από την Κόλαση ουρλιάζοντας πριν τις τραβήξει ο διάβολος πίσω. Σ’ εκείνο το μέρος κάθισα με την ησυχία μου. Το άλλο ήταν μπυραρία του 18ου αιώνα, που είχε μια αυτοκρατορική θέση στο εσωτερικό της αίθριο για τον ακορντεονίστα. Εκεί το προσωπικό με κοιτούσε παράξενα. Τα υπόλοιπα θέματα φαίνονται στην οθόνη ένα μάτσο χάλια – για να το πω ευγενικά.


Ο φωτογράφος από τον οποίο αγόρασα τη μηχανή, μου είπε ότι φταίει το τεράστιο ζουμ (18Χ) για τα προβλήματα εστίασης και τα θαμπά χρώματα. Μετά προσφέρθηκε να την αγοράσει στο μισό της αξίας της (δύο εβδομάδων μηχανή!). Ρώτησα πόσο θα κόστιζε μεταχειρισμένο το μοντέλο της παλιάς μου μηχανής: 20 ευρώ λιγότερα απ’ ότι έκανε πριν πέντε χρόνια καινούριο! Δεν με ξανάκουσε και δεν θα με ξανακούσει.

Έγραψα mail στην αντιπροσωπεία, λέγοντας ότι το νέο μοντέλο δεν έπρεπε να κυκλοφορήσει. Ούτε ο φωτογράφος μπορεί να εστιάζει συνεχώς χειροκίνητα, ούτε τα χρώματα να βγαίνουν τόσο θαμπά. Τεχνικούς έχουν, ας έβρισκαν λύση. Δεν προέβαλα αξιώσεις (πάρτε την πίσω, δώστε μου τα λεφτά). Προς τιμήν τους, μου τηλεφώνησαν αμέσως και ζήτησαν να τους στείλω τη μηχανή. Εγώ είχα βάλει ήδη αγγελία να την πουλήσω. Θα τους τη στείλω αύριο.

Νούμερο δύο
Άσχετα από το αν μια πόλη έχει φωτογένεια, μπορεί να σε κατακτήσει αισθητικά (εδώ σκέφτομαι ότι η ζωή, η καθημερινότητα, η ποιότητα ζωής εκπέμπουν σε άλλες συχνότητες από τις φωτογραφικές – που στο κάτω-κάτω, μπορούν να κάνουν το άσχημο όμορφο). Η ποιότητα ζωής λοιπόν δύσκολα αποτυπώνεται. Ένα απέραντο πράσινο – και λοιπόν; Ζήσε όμως μέσα του... Μείνε σε μια τεράστια πόλη με τρία πάρκα μόνο στο κέντρο της. Καθένα από αυτά, να εκτείνεται σε απόσταση χιλιομέτρων προς κάθε κατεύθυνση. Κοίτα περιπατητές, γονείς με καροτσάκια, ζευγαράκια, ηλικιωμένους με πατερίτσες να απολαμβάνουν τη βόλτα τους. Παρεμπιπτόντως, πουθενά αλλού δεν είδα τόσα ηλικιωμένα ζευγάρια να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται στο δρόμο. Ένα τέταρτο πάρκο, που ένας μόνο κήπος του έχει μήκος ενάμισι χιλιόμετρο (και τριγύρω δάσος) βρίσκεται σε απόσταση δέκα λεπτών από το κέντρο. Εκεί και ενάντια στα στερεότυπα, οι Γερμανοί με κοιτούσαν παράξενα που με ένοιαζε τι ώρα είναι (δεν φοράω ποτέ ρολόι και δεν ήθελα ν’ αργήσω σ’ ένα ραντεβού). Τελικά άρχισα να ρωτάω αυτούς που έκαναν τζόγκιγκ (ο μετρητής παλμών και αποστάσεων έχει και ρολόι).


Γύρισα στην Ελλάδα για να μάθω ότι κάηκε η Πάρνηθα. Την επόμενη, στις ειδήσεις, είδα την κομματική κόντρα για την πυρκαγιά. Προχθές η ΝΔ υπονόμευε τη διαδήλωση για την αναδάσωση και ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ την καπηλεύονταν (ο Γιωργάκης το ίδιο πρωί έκανε επίσκεψη στις καμένες περιοχές). Κανένας δεν μπορούσε, ούτε να υπονομεύσει ανοιχτά τη διαδήλωση ούτε να την καπηλευτεί – θα τους έπαιρναν με τα γιαούρτια. Αλλά δείχνει τις προτεραιότητες των κομμάτων. Γι’ αυτούς δεν υπάρχει καμιά Πάρνηθα – πρώτα έρχεται το θεαθήναι.

Τέλος... νούμερο δύο και μισό: κουζίνα έθνικ. Στη Γερμανία τρως ‘πρόχειρα’ (τα wurst, λουκάνικα και σαλάμια, είναι για μας πρόχειρο φαγητό). Σχεδόν έχω την αίσθηση ότι εκεί οι μαμάδες μαλώνουν τα παιδιά τους εάν τρώνε μαγειρευτά και όχι σάντουιτς. Βέβαια, αυτό δεν ισχύει. Φάγαμε τυπική κουζίνα, εντελώς έξω από τα δικά μας κριτήρια – αλλά πολύ ενδιαφέρουσα και εξίσου βαριά. Πέρα από wurst, στη Γερμανία ποτέ δεν χάνω την ευκαιρία και για ένα τούρκικο κεμπάπ (που ποτέ δεν είναι τόσο καλό όσο της Φινλανδίας) ή ένα τσίλι κον κάρνε σε πλαστικό πιατάκι σε γειτονιά μεταναστών.

Το μαύρο σπυρωτό ψωμί που έφερα τελείωσε, τα wurst λιγοστεύουν (με κάποια προσπάθεια είναι αλήθεια, δύσκολα τρως κρέας με τόση ζέστη). Και το post τελείωσε – ενώ πίνω μπύρα μαγιάς, για την περίσταση.


Ιουνίου 20, 2007

Παρά θιν φαλλός

Άνδρα μοι ένεπε μούσα, πολύτροπον, ως μάλα πόλλα πλάχθη επί γυναικός ιερόν πτολίεθρον έπεσεν.

Αμήν. Να πέσει το ‘της γυναικός ιερόν πτολίεθρον’. Και πολύτροποι γινόμαστε και ‘γνωρίζουμε πολλών τους τρόπους και τη στάση’ και πλήθος συμφορές τραβάμε.

Όμως... Αλός, σύμβολο της γυναίκας, με ένα λάμδα και φαλλός, σύμβολο του άντρα, με δύο. Ίδια αλμυρή η γεύση τους. Και λέει ο Ελύτης για το Αιώνιο θήλυ: ‘Έχει την ίδια σημασία που είχε κάποτε το λάμδα της Ιλιάδας’.

Μήπως αυτό το ‘λάμδα’ της Ιλιάδος αναφέρεται στη διασημότερη φράση του έπους; Παρά θιν αλός. Μήπως αναφέρεται στο πρωταρχικό και μοναχικό λάμδα που σε κάποιο σημείο έγινε διπλό; Αν είναι έτσι, η ιστορία ότι προέκυψε η Εύα από τον Αδάμ (η μόνη φορά που ο άντρας φέρεται να γεννοβολά) βγαίνει λάθος και ισχύει η αντίθετη εκδοχή. Το αρχικό ‘φ’ στο ‘φαλλός’ μοιάζει με ανάμνηση κάποιας θεϊκής γυναικείας πνοής, που σκύβει και για πρώτη φορά χαρίζει ηδονή φυσώντας (η εξήγηση του ανέκαθεν οξύμωρου αγγλικού ‘blow’). Αλλά το σημαντικότερο είναι η αυτοθυσία: στη γυναίκα - ή στη θάλασσα - έχουμε μια οικειοθελή λήξη της ζωικής μονοκαθεδρίας, με μόνο αντάλλαγμα να συνεχιστεί η ζωή. Και άμα τη δημιουργία του φαλλού, το ‘ιερόν πτολίεθρον’ αποτελεί αντικείμενο ανδρικής διαμάχης: κάποτε συμβολικά, κάποτε κυριολεκτικά, ‘πέφτει’. Δεν είναι αυτός ο υπέρτατος ορισμός μιας Δημιουργού; Δεν είναι ...το Αιώνιο Θήλυ;

Έχω κατακλυσθεί από ποίηση και θέλω να πάω σε ακόμα πιο υψηλές σκέψεις. Ένας φαλλός στην παραλία, σήμερα παραπέμπει σε γυμνιστή. Εγώ δεν είμαι. Όχι γιατί ο ήλιος θα μου κάψει το κατάλευκο δέρμα, αλλά γιατί μέσα στη θάλασσα νιώθω το φόβο του ευνουχισμού. Παράξενο: μέσα στο νερό, μάνα της ίδιας της ζωής, εγώ φοβάμαι ότι κάποιο τέρας θα μου φάει την οικογένεια.

‘Και τα ψαράκια να φιλούν τις μύτες των ποδιών μας’ λέει σε άλλο σημείο ο Ελύτης. Σας έτυχε ποτέ; Σας πληροφορώ ότι δεν φιλούν καθόλου τις μύτες των ποδιών: δαγκώνουν τα δάχτυλα! Και τσούζει!

Σκεφτείτε λοιπόν (δεν χρειάζεται να είναι τέρας) ένα ψαράκι να δαγκώσει την άκρη του Yannis_H_Poulopoulos.

Ouch! Νέο ρεπερτόριο: ‘Απόψε κλαίει, απόψε κλαίει ο ουρανός...’, ‘Μη του μιλάτε του παιδιού’, ‘Όσα δεν βάνει ο λογισμός’ και άλλα πολλά. Μακριά από εδώ.

Στο σπίτι περπατώ γυμνός και δεν έχω πρόβλημα – ίσα-ίσα, μ’ αρέσει. Αλλά στη θάλασσα, να νιώθω πέρα-δώθε λόγω άνωσης τα ομηρικά μου Λάμδα, φοβάμαι. Ίσως να το παίρνω εγωιστικά: δεν έχω ανάγκη καμιά άνωση – τα σηκώνω μόνος μου και με σαλλλονικιώτικη προφορά άμα λλάχει! Ίσως πάλι να είμαι γέρος που δεν τον νοιάζει να λιάζει ακαμάτης τ’ αχαμνά του. Τη θάλασσα φοβάται.

Τάχα άδικα την είπανε λεβεντοπνίχτρα; Ξέρω εγώ τι εννοούσανε;

Και μια και ξεκίνησα με ιστορία, κάποια στιγμή θα ήθελα να το κάνω βικτωριανά και μου πούνε με προφορά του 18ου αιώνα: «Συγχωρέστε τα χείλη μου, που βρίσκουν την ευτυχία στα πιο παράξενα μέρη...»

Καταληκτικά: Λάμδα του Ομήρου και ιερά του κόσμου πτολίεθρα - ενωθείτε!

Yannis_H_Poulopoulos

Οι φωτογραφίες είναι από εδώ, από κει και παραπέρα