Μαΐου 31, 2007

"ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΑΛΙΑ"

Μην πάρεις φακελάκι - Μην δώσεις φακελάκι

«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του»

(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)

«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδια, όχι ο κανόνας...»

(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλόηθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες νεόπλασμα.

Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια και επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Πέρα από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της. Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.

Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαϊου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.

Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον όρκο που έδωσαν στον Ιπποκράτη. Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.

«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ' αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»


(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου - μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/ 1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του ΕΣΥ:

«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας»

Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:

* ΝΑ ΠΑΡΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.



Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων.
(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: inf0@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515) Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία"

Μαΐου 17, 2007

Ταξιδεύοντας (με φωτογραφική μηχανή) στο χρόνο

Πριν καιρό είχα γράψει ένα post με τίτλο «Μακάρι τα μάτια να είχαν τσιπάκια μνήμης». Αναφερόμουν σε μια εικόνα που με είχε συγκλονίσει – αλλά δεν είχα φωτογραφίσει. Ένας ανατολίτης γέρος, με σαρίκι και σανδάλια περπατούσε σαν χαμένος στη γωνία δύο κεντρικών δρόμων στη Φινλανδία, ενώ ντόπιοι νέοι πίσω του έπιναν μπύρες ημίγυμνοι.

Ήρθε κάποιο παράξενο πλήρωμα του χρόνου: η ταχύτητα του κλείστρου συντονίστηκε με αυτήν της φωτογραφίας που δεν τράβηξα τότε, το διάφραγμα άφησε το χρονικό βάθος καθαρό και να ‘σου ένα αδελφό ‘κλικ’. Χρόνια μετά, η ετεροθαλής αδελφή της χαμένης φωτογραφίας. Ήμουν στη Γερμανία, πριν τρεις εβδομάδες.


Είναι ιδιαίτερη φωτογραφία για μένα – δύο σε μια, όπως λέει το διαφημιστικό.

Οι συμπτώσεις το έκαναν βολικό (βοήθησα κι εγώ) ώστε στη Γερμανία να μείνω σ’ ένα χωριουδάκι όπου έζησα για ένα χρόνο στην εφηβεία μου. Καθώς πλησίαζε το τρένο, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Τι θα ένιωθα, πως θα μου φαινόταν; Αισθήματα που εξανεμίστηκαν αμέσως. Για δυο μέρες τριγυρνούσα και όλα μου φαίνονταν ξένα! Έλεγα πλέον πως ζω τη ζωή κάποιου άλλου, ότι δεν είναι δικές μου οι αναμνήσεις.

Ώσπου την τρίτη μέρα πήγα σε ένα μουσείο που θυμόμουν καλά. Είχε σειρές από μεσαιωνικά όργανα βασανιστηρίων, κλουβιά γι’ ανθρώπους, μέγγενες, μια τεράστια ποικιλία οργάνων πόνου. Μπαίνω στην πρώτη αίθουσα που ήταν σκοτεινή και σχετικά μικρή, ανεβαίνω τις σκάλες για τον δεύτερο όροφο και βρίσκομαι …στην ταράτσα! Γυρνάω πίσω, ρωτάω που είναι το υπόλοιπο μουσείο και μου απαντάνε ότι αυτό είναι όλο. Και όχι, δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερο.

Τότε κατάλαβα. Πως είναι όταν μικρός θυμάσαι ένα τεράστιο σπίτι αλλά αν το δεις μεγάλος φαίνεται μικρό… αυτό συνέβη και σε μένα. Χωρίς εικόνες στα μάτια και σημαντικές αναφορές ζωής, πολλαπλασίαζα όσα έβλεπα και αυτά αποτελούσαν τις αναμνήσεις μου. Ή, οι αναμνήσεις δεν αλλάζουν καθώς μεγαλώνουμε και αποκτούμε περισσότερες εμπειρίες – είναι σημαδεμένες από το πως ήμασταν εμείς όταν γεννιόντουσαν. Γι' αυτό και η πρώτη φορά είναι πάντα «η πρώτη φορά». Γελούσα πλέον με τον εαυτό μου και το χαιρόμουν. Αυτό που συνέβαινε είχε πολλά επίπεδα: το πώς ήμουν στα δεκαεφτά μου, το πως έβλεπα τον κόσμο, το πόσα έζησα και είδα από τότε... Δεν βλέπεις κάθε μέρα τον εαυτό σου σε τέτοια προοπτική!

Ένα άλλο μέρος που έψαχνα, ήταν ένα καφέ σπίτι με χρωματιστά ξυλόγλυπτα παγανιστικών φιγούρων. Κανείς στο χωριό – ούτε το Tourist Information – μπορούσε να μου πει που βρίσκεται. Μια βιβλιοπώλης, μάλιστα, μπήκε μαζί μου στο Google γιατί της κίνησα την περιέργεια. Τελικά βρήκα τις φιγούρες λίγο μετά που βγήκα από το μουσείο – είχα περάσει μπροστά από το σπίτι, το είχα φωτογραφίσει αλλά δεν τις είχα αντιληφθεί. Ήταν μικροσκοπικές και θαμπές – στο μυαλό μου ήταν πελώριες, με φοβερές λεπτομέρειες και κάτι μεγάλα δόντια (που τελικά δεν υπήρχαν).

Αυτή η αίσθηση προοπτικής, το να με κοιτώ σαν να είμαι άλλος, δεν ήταν το μόνο κέρδος. Έδεσε η στιγμή, η γωνία και το φως και τράβηξα ακόμα μια φωτογραφία που μου άρεσε.


Ήταν το ίδιο βράδυ με την ετεροχρονισμένη φωτογραφία από το ‘τσιπάκι της μνήμης’. Το βράδυ ήμουν πανευτυχής, δεν συμβαίνει συχνά να έχεις δύο ιδιαίτερα αποτελέσματα σε λίγες ώρες. Το επόμενο πρωί είχα την αυτοπεποίθηση κάποιου που νιώθει ότι μπήκε σε άλλο επίπεδο - για να ξαναθυμηθώ αργότερα πως δεν πρέπει να υποτιμάς υπερβολικά το σκληρό φως.

Γι’ αυτό και τελειώνω με ακόμα μια φωτογραφία από το προηγούμενο βράδυ. Τότε που η μηχανή μου, και μαζί της κι εγώ, είχαμε βρει ένα παράθυρο στο χρόνο και αποτυπώναμε εικόνες από το παρελθόν.