Η ταινία του Φελίνι Dolce Vita, ξεκινάει μ’ ένα ελικόπτερο που μεταφέρει ένα άγαλμα του Χριστού πάνω από τη Ρώμη. Παιδιά παίζουν ακολουθώντας το στους δρόμους, γυναίκες με μπικίνι στις ταράτσες φωνάζουν «κοίτα, ο Ιησούς!», ο πιλότος τις στέλνει φιλιά ζητώντας το τηλέφωνό τους... Μια κλασική σκηνή που υποτίθεται, δείχνει τον ηθικό ξεπεσμό της νέας γενιάς. Για μένα ο Χριστός φαίνεται αρχικά να ευλογεί τον κόσμο – αλλά δεμένος όπως είναι, σιγά-σιγά μοιάζει να οδηγείται με το ζόρι πάνω από τους ανθρώπους. Αν ο Μεγαλοδύναμος δεν κατεβαίνει πάνω από τις φτωχογειτονιές, τον φέρνει ο άνθρωπος με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Μια κυριολεκτική εκδοχή της έννοιας ‘από μηχανής θεός’.
Το θέατρο και ο κινηματογράφος είναι δρώμενα. Υπάρχουν και προσωπικά θρησκευτικά δρώμενα: ο ύμνος, η προσευχή (με το σωστό τρόπο) είναι τεχνικές, δεξιότητες, διαδικασίες με σκοπό να έρθει ο θεός δίπλα μας και να νοιαστεί. Είναι βέβαια ‘αόρατες’ (ο πιστός δεν βλέπει κανένα σχοινί να κρατά κάποιο άγαλμα) απλώς ελπίζει ότι ο θεός τον ακούει. Μια λιτανεία (σαν τον Επιτάφιο ή τον πανηγυρικό ενός αγίου) όπου κουβαλάμε το είδωλο του θεού ανάμεσά μας, αποτελεί μια δημόσια και σύγχρονη εκδοχή του ‘από μηχανής θεού’. Κανονικά δεν χρειάζεται να μεταφέρει ο πιστός το θεό του στον κόσμο για να νοιαστεί – θα έπρεπε να έρθει μόνος του. Ο ‘από μηχανής θεός’ των λιτανειών είναι μια οπτική αναπαράσταση – η πιο πειστική απόδειξη – της βασικής επιθυμίας: να βρεθεί ο θεός ανάμεσά μας, να δει από κοντά τα προβλήματά μας ώστε να νοιαστεί. Φυσικά, παρότι γεμάτοι σεβασμό, φέρνουμε το θεό και προ ενός ηθικού τετελεσμένου.
Οι λιτανείες δείχνουν τον πόνο και την ανασφάλεια στην πιο αληθινή τους μορφή γιατί δεν αποτελούν θέατρο. Σκηνικό είναι ο χώρος έξω από τα σπίτια μας, ηθοποιοί είμαστε εμείς και πλοκή η καθημερινότητά μας. Άγνωστοι μεταξύ μας, μπλέκουμε τα παροδικά προσωπικά μας σενάρια. Το κύριο και μόνιμο είναι η αναζήτηση του ανθρώπου για την ανώτερη δύναμη.
Από μια άποψη, η έννοια ‘από μηχανής’ είναι ευφημισμός (ένα σχοινί ή ένα φορείο δεν αποτελούν πραγματικές ‘μηχανές’). Η ανθρώπινη παρέμβαση όμως πρέπει να υπογραμμιστεί. Μια σκόπιμη πλάνη ή υπερβολή (π.χ. πυροτεχνήματα, δυνατοί ήχοι), θ’ αποτελούσαν ασέβεια σαν προσομοίωση της δύναμης του θεού, αλλά και μαγεία του παρόντος κόσμου που θα καπέλωνε τη μαγεία του υπερβατικού. Το αντίθετο, ένας αυτονόητος κι εξόφθαλμος μηχανισμός αφήνει το μυαλό ελεύθερο να μεταφράσει, να επεκτείνει, να ονειρευτεί. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ‘μηχανές’ στις θρησκευτικές λιτανείες δεν εμπλουτίστηκαν από τους αρχαίους χρόνους.
Στον αντίποδα είναι η επιθυμία του ανθρώπου να ‘ανεβεί ψηλά’: να γίνει ένα με το θείο. Και, παρόμοια με τα πρωτόγονα μέσα που χρησιμοποιούμε όταν φέρνουμε το θεό δίπλα μας, η ανθρώπινη επιθυμία για θέωση απεικονίζεται με απλά και μονοδιάστατα αντικείμενα.
Στον αντίποδα είναι η επιθυμία του ανθρώπου να ‘ανεβεί ψηλά’: να γίνει ένα με το θείο. Και, παρόμοια με τα πρωτόγονα μέσα που χρησιμοποιούμε όταν φέρνουμε το θεό δίπλα μας, η ανθρώπινη επιθυμία για θέωση απεικονίζεται με απλά και μονοδιάστατα αντικείμενα.
Η επιθυμία θέωσης κι αθανασίας αποτελούν κύριες αιτίες της τέχνης. Χατζιδάκις και Μπρασένς αναφέρθηκαν στον 'πρωτογονισμό' των συμβόλων, με αφορμή τις 'επιτρεπτές' λέξεις στο τραγούδι: «Φεγγάρι ναι, σελήνη αστροναυτών όχι. Κι αν θέλω να μιλήσω για το φως δεν θα πω λάμπα, θα πω κερί, φανάρι.» Τίποτα δεν είναι βέβαια απόλυτο (ο Ελύτης έγραψε για κεραίες τηλεόρασης) αλλά στην τέχνη και στις βασικές επιθυμίες μας, τείνουμε να επιστρέφουμε στα απλά και μονοδιάστατα σύμβολα. Μάλλον θα συμφωνούσαμε όλοι: σκάλα για τ’ αστέρια ναι, διαστημικό λεωφορείο όχι.
Όλα αυτά αλλάζουν αν σκεφτούμε πως ο άνθρωπος προσπαθεί στ’ αλήθεια να γίνει θεός ‘εκ μηχανής’. Να υπερβεί την ατελή φύση του χάρη στο μόνο συγκριτικό του όπλο (ευχή και κατάρα): το μυαλό του. Οι μηχανές που εφευρίσκει επεκτείνουν τις δυνατότητές του, μοιάζουν με προσθετικά μέλη σε καθολική κλίμακα.
Εδώ αφήνουμε τα σύμβολα και μπαίνουμε στο βασίλειο της πράξης. Η φιλοσοφία που έχει στόχο να γκρεμίσει το θεό αλλά και η τεχνολογία για να τον φτάσει, κάνουν χρήση των πιο εξελιγμένων εννοιών και μηχανών που έχει σκεφτεί ο άνθρωπος. Στην ενεργητική στάση μας να φτάσουμε το θεό, τα σύμβολα είναι άχρηστα, παρωχημένα.
Δύο εκ διαμέτρου αντίθετες προσπάθειες με στόχο να συναντηθούν θείο και ανθρώπινη φύση. Από τη μια αφηρημένα κι από την άλλη ενεργητικά, από τη μια με σέβας κι από την άλλη με θράσος. σύμβολο και πράξη. Σαν διαφορετικές πλαγιές ενός βουνού.
Έρχεται στο μυαλό το ρητό με το βουνό και τον Μωάμεθ. Ο άνθρωπος είναι, ακριβώς, το βουνό που δεν πάει ο θεός Μωάμεθ. Κι από τη μια πλαγιά φέρνει τον Μωάμεθ με σεβασμό και λιτανείες ή ονειρεύεται ότι πηγαίνει σ’ αυτόν - κι από την άλλη πλαγιά τον κατεβάζει στο επίπεδό του και οδεύει να του πάρει τη θέση.
_______________________________
Η αρχική σκηνή από το Dolce Vita εδώ
Το άγαλμα του Ιησού που χρησιμοποιήθηκε (τώρα έκθεμα) εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου