Φίλοι, καλησπέρα (γράφω απόγευμα). Μόλις γύρισα από ένα μακρύ ταξίδι στο εξωτερικό – μπορούσα να έχω σύνδεση με ίντερνετ, αλλά είπα και να κάνω μια βδομάδα αποτοξίνωση και να μη χάσω ούτε στιγμή φωτογράφησης. Παρόλο που πήγα για δουλειά, γύρισα με 1.200 φωτογραφίες και μια αίσθηση ότι δεν είδα σχεδόν τίποτα. Ο λόγος, ότι το Π...ν της Πολωνίας έχει τόσα μέρη. Ακόμα σημαντικότερο: δεν αποτελεί τουριστικό προορισμό. Θυμάμαι στο Ίνσμπρουκ, έναν από τους πιο διάσημους προορισμούς, μετά από τέσσερις ημέρες έφυγα με αίσθηση ικανοποίησης αλλά και ‘μπουχτίσματος’ (ήταν υπερβολικά ατσαλάκωτο). Από το Π...ν έφυγα με μια ισχυρή αίσθηση ανικανοποίητου και την ανάμνηση μιας εξαιρετικά ζωντανής και ‘αληθινής’ πόλης.
Βοήθησε, βέβαια, και ο καιρός: ουσιαστικά είχαμε καύσωνα!
Η πάνω φωτογραφία, από τον καθεδρικό.
Η κάτω φωτογραφία, από το γραφείο μου. Έχω φέρει πίσω περίπου μισό κυβικό μανιτάρια του δάσους (πουλιούνται στη λαϊκή) και τα αποξηραίνω. Ovi που τα ξέρεις: βρήκα kantarelli, tatti όλων των ειδών, ukonsieni και kangashapero. Στην κουζίνα μου ήδη η πρώτη μανιταρόσουπα ευωδιάζει. Από τις άλλες (εξαιρετικές) γεύσεις ξεχωρίζω το μπίγκος (ξινό λάχανο με κρέας), το ζούρεκ (ζημωμένη σούπα σίκαλης) και το τοπικό γκούλας. Έχει επίσης σημασία πως οι ντόπιοι τρώνε τις σούπες σαν φαστ φουντ, οπότε τα μικρά μαγαζάκια είναι και το καλύτερο μέρος (θα τρώγατε ποτέ γύρο στο Χίλτον;).
Αλκοολούχο κερασάκι ήταν η βότκα Βιμπόροβα (WYBOROVA). Αν τη βρείτε, μην της χαριστείτε: σας χαρίζει αυτή το επόμενο πρωί, χωρίς ίχνος πονοκέφαλου!