Σεπτεμβρίου 22, 2006


Π...ν

Φίλοι, καλησπέρα (γράφω απόγευμα). Μόλις γύρισα από ένα μακρύ ταξίδι στο εξωτερικό – μπορούσα να έχω σύνδεση με ίντερνετ, αλλά είπα και να κάνω μια βδομάδα αποτοξίνωση και να μη χάσω ούτε στιγμή φωτογράφησης. Παρόλο που πήγα για δουλειά, γύρισα με 1.200 φωτογραφίες και μια αίσθηση ότι δεν είδα σχεδόν τίποτα. Ο λόγος, ότι το Π...ν της Πολωνίας έχει τόσα μέρη. Ακόμα σημαντικότερο: δεν αποτελεί τουριστικό προορισμό. Θυμάμαι στο Ίνσμπρουκ, έναν από τους πιο διάσημους προορισμούς, μετά από τέσσερις ημέρες έφυγα με αίσθηση ικανοποίησης αλλά και ‘μπουχτίσματος’ (ήταν υπερβολικά ατσαλάκωτο). Από το Π...ν έφυγα με μια ισχυρή αίσθηση ανικανοποίητου και την ανάμνηση μιας εξαιρετικά ζωντανής και ‘αληθινής’ πόλης.

Βοήθησε, βέβαια, και ο καιρός: ουσιαστικά είχαμε καύσωνα!

Η πάνω φωτογραφία, από τον καθεδρικό.

Η κάτω φωτογραφία, από το γραφείο μου. Έχω φέρει πίσω περίπου μισό κυβικό μανιτάρια του δάσους (πουλιούνται στη λαϊκή) και τα αποξηραίνω. Ovi που τα ξέρεις: βρήκα kantarelli, tatti όλων των ειδών, ukonsieni και kangashapero. Στην κουζίνα μου ήδη η πρώτη μανιταρόσουπα ευωδιάζει. Από τις άλλες (εξαιρετικές) γεύσεις ξεχωρίζω το μπίγκος (ξινό λάχανο με κρέας), το ζούρεκ (ζημωμένη σούπα σίκαλης) και το τοπικό γκούλας. Έχει επίσης σημασία πως οι ντόπιοι τρώνε τις σούπες σαν φαστ φουντ, οπότε τα μικρά μαγαζάκια είναι και το καλύτερο μέρος (θα τρώγατε ποτέ γύρο στο Χίλτον;).



Αλκοολούχο κερασάκι ήταν η βότκα Βιμπόροβα (WYBOROVA). Αν τη βρείτε, μην της χαριστείτε: σας χαρίζει αυτή το επόμενο πρωί, χωρίς ίχνος πονοκέφαλου!


Σεπτεμβρίου 03, 2006

Blank

Blank document: η τελευταία φράση που είδα πριν ανοίξει το έγγραφο (ανάμεσα σε άλλες επιλογές, στο δεξί μέρος της οθόνης). Ανοίγω το λεξικό.

Blank: λευκός, άγραφος, κενός άκαρπος / χωρίς ενδιαφέρον γυμνός / χωρίς χαρακτηριστικά, μονότονος.

Αυτό είναι το ψηφιακό (ή συμβατικό) χαρτί πριν γράψουμε κάτι. Τώρα, αν το έλεγα αυτό στο δρόμο ή σε μια άσχετη παρέα, δεν θα έβγαζαν νόημα – κάποιος μπορεί να βλέπει ένα λευκό χαρτί σαν μέρος για να κάνει τους λογαριασμούς του super market. Αλλά μιλάω σε μπλόγκερς – πάει να πει, σε άτομα που έχουν νιώσει τη μαγεία (ή την πρόκληση, ή το φόβο, ή το κενό σκέψης, ή την αδημονία) μπροστά... σε ένα κομμάτι λευκό χαρτί. Τέτοιο είναι κάθε post πριν το γράψετε.

Ο φόβος; Να μείνει το χαρτί με τα χαρακτηριστικά του blank, παρότι γέμισε γράμματα: γυμνό, χωρίς χαρακτηριστικά, μονότονο.

Διαβάζω παρακάτω: blank σημαίνει και ‘καθαρός’, ‘απροκάλυπτος’. (Πράγματι, το κενό δεν ξέρει από επιτήδευση και αυτοπροστασία.)

Κάποιοι από αυτούς που είναι έτοιμοι να δεχτούν την πρόκληση ενός λευκού χαρτιού, νιώθουν ακριβώς έτσι. Όταν η περιπέτεια της γραφής δεν καλύπτεται από ματαιοδοξία δηλώνει διάθεση για επικοινωνία. Ας μη γελιόμαστε: φτιαχτή, δήθεν, απατηλή, κουμπωμένη κι εγωιστική επικοινωνία δεν νοείται. Αν ξεκινούν από blank επίπεδο επιτήδευσης και αυτοπροστασίας, τέτοια θα είναι τα γραπτά τους όταν γεμίσει η σελίδα: καθαρά και απροκάλυπτα.

Κι ακόμα καλύτερα αν η θεά Μούσα, που δεν λογαριάζει από αναλογικά, συμβατικά και ψηφιακά μέσα παρά μονάχα από λέξεις, ευλογήσει τέτοιους ανθρώπους. Και είναι χαρά να διαβάζεις κείμενά τους.

Αλλά κάθε λεξικό που σέβεται τον εαυτό του, συνεχίζει με τις παράγωγες φράσεις.

Blank cheque: λευκή επιταγή (μεταφ.) εξουσιοδότησης εν λευκώ. Τέτοια είναι, ανά πάσα στιγμή, η εξουσιοδότησή μας απέναντι (κυριολεκτικά) σε ένα λευκό φύλλο χαρτί. Και (πιο κυριολεκτικά) απέναντι στον εαυτό μας, Γιατί τον εαυτό μας έχουμε μπροστά σ’ ένα λευκό φύλλο χαρτί. Σίγουρα υπάρχει ο ‘ιδεατός αναγνώστης’ (η ιδέα που έχουμε γι’ αυτόν που θα διαβάσει το κείμενό μας και που μπορεί να είναι το τάδε νικ ή ο τάδε άνθρωπος). Ο ιδεατός αναγνώστης κατευθύνει ως ένα σημείο την πένα μας ή τα δάχτυλά μας – αλλά τον κύριο τόνο και τη θεματολογία, τα δίνουμε εμείς.

Πάλι παράγωγες φράσεις, πάλι ο φόβος: να βγάλουμε, μετά από κάποια ώρα προσπάθειας, ένα blank cartridge: άσφαιρο φυσίγγιο. Να καταλήξουμε (ιδιωματισμός) να ‘κάνουμε μια τρύπα στο νερό’.

Εάν πετύχει η προσπάθεια, κυρίως απέναντι στον εαυτό μας, θα έχουμε πει κάτι που πριν (για μας) ήταν ανείπωτο. Κάτι που θα έχει καλύψει ένα κενό. Που έχει σβήσει μια ανάγκη.
Υπάρχει και αυτή η λεξικογραφική εκδοχή. Blank, σαν ρήμα, σημαίνει: καλύπτω απαλύνω, σβήνω.

Και προχωράμε.

Αφιερωμένο στο Ν. Δήμου – διάβαζα χθες το κείμενό του ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΘΕΜΑ (από το βιβλίο του ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ). Άνοιξα το WORD χωρίς να ξέρω τι θέλω να γράψω – και οι επιλογές στο πλάι αποτέλεσαν κυριολεκτικά, το έναυσμα για ένα ‘ελεύθερο θέμα’.

ΥΓ. Σύμπτωση: τη μέρα που το ανεβάζω, ο Νίκος Δήμου άνοιξε το νέο μπλογκ (μέσω κινητού). Το mobiledoncat.com